8 Νοεμβρίου 2008

Εκδήλωση - συζήτηση την Παρασκευή 14 Νοέμβρη


ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ – ΚΙΝΗΣΕΙΣ – ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ


Η οικονομική κρίση είναι εδώ και μας αφορά όλους: εργοστάσια περιορίζουν την παραγωγή τους και απολύουν εργάτες, τράπεζες καταρρέουν κι αφήνουν στο δρόμο όλους τους εργαζόμενους τους, μεγαθήρια των νέων τεχνολογιών μειώνουν το προσωπικό τους. Ακόμα και οι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ελλάδα, παρόλο που φαίνεται να είναι πιο προστατευμένοι από τις επιπτώσεις της κρίσης, πλήττονται από αυτήν. Το επικουρικό τους ταμείο (ΤΠΔΥ) δεν μπορεί να πληρώσει το εφάπαξ σε 13.000 δικαιούχους, αφού έδωσε τα αποθεματικά του σε ένα από τα τοξικά χαρτιά των χρηματιστηρίων. Εκτός αυτού οι δάσκαλοι των δημόσιων σχολείων θα βιώσουν την κρίση στη σχολική καθημερινότητα, αφού οι ετήσιες δαπάνες για την εκπαίδευση θα μειωθούν κατά 260 εκ. ευρώ, σύμφωνα με το σχέδιο του προϋπολογισμού. Παράλληλα η χρόνια πολιτική της λιτότητας που μειώνει τους πραγματικούς μισθούς βρίσκει ένα ακόμη πρόσχημα για να διαιωνιστεί.

Σήμερα σχεδόν όλοι φαίνεται να συμφωνούν πως έχουμε να κάνουμε με μία μακροχρόνια κρίση. Η ύφεση που ακολουθεί το κραχ δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια αλλά κανείς δεν ισχυρίζεται ότι θα τερματιστεί σύντομα. Οι συνέπειες της δεν θα είναι ίδιες για όλους ούτε και όλοι θα έχουν τις ίδιες αντοχές απέναντι της. Η λιτότητα και η ακρίβεια έχουν εξασθενήσει τις αντοχές των εργαζόμενων. Οι (εργαζόμενοι ή άνεργοι) φτωχοί, όπως και οι υπερχρεωμένοι στις τράπεζες κινδυνεύουν πολύ περισσότερο από όλους εκείνους που τα προηγούμενα χρόνια μοιράζονταν τα υπερκέρδη των τραπεζών που σήμερα καταρρέουν. Αλλά και ο τρόπος που σήμερα ξαναμοιράζεται ο πλούτος κάνει τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους. Για τις τράπεζες η κυβέρνηση βρήκε μέσα σε μία μέρα 28 δις. ευρώ, αλλά για την άρνηση της να ικανοποιήσει τις ανάγκες των εργαζομένων επικαλείται μονότονα τις αδυναμίες της «εθνικής» μας οικονομίας.

Ο τρόπος όμως διαχείρισης της κρίσης αποτελεί πολιτική επιλογή και όχι φυσική αναγκαιότητα. Οι κοινωνικοί συσχετισμοί επιβάλλουν τον τρόπο διαχείρισης της κρίσης, προστατεύοντας κάθε φορά εκείνη την κοινωνική ομάδα που έχει τη δύναμη να επιβάλλει τη θέληση της στους υπόλοιπους. Το ερώτημα που τίθεται για την εργαζόμενη πλειοψηφία είναι αν μπορεί να αλλάξει αυτούς τους συσχετισμούς. Αν μπορεί να ανατρέψει την πολιτική που χρόνια τώρα βαθαίνει τις κοινωνικές ανισότητες και να επιβάλλει λύσεις που θα ικανοποιούν τις ανάγκες της.

Ως κομμάτι του εργατικού κινήματος και στο βαθμό που μπορούμε να συνεισφέρουμε στην παραπάνω κατεύθυνση, οι Παρεμβάσεις Κινήσεις Συσπειρώσεις της Α/θμιας Εκπ/σης διοργανώνουμε την Παρασκευή 14 Νοεμβρίου, στις 6.30μμ. , στο Μαράσλειο διδασκαλείο (Μαρασλή 4-στάση Μετρό Ευαγγελισμός) εκδήλωση - συζήτηση με θέμα «το εργατικό κίνημα απέναντι στην κρίση». Ομιλητές στην εκδήλωση θα είναι ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου (δημοσιογράφος και συγγραφέας) και ο Γιώργος Σταμάτης (καθηγητής οικονομικών στο Πάντειο).


Παράλληλα ετοιμάσαμε ένα φάκελο , που μοιράζουμε σε κάθε σχολείο . Τα κείμενα που συμπεριλάβαμε στο φάκελο - και που θα βρείτε αναρτημένα παρακάτω- επιχειρούν να προετοιμάσουν τη συγκεκριμένη συζήτηση και να αποτελέσουν υλικό για τις καθημερινές αναζητήσεις των συναδέλφων.


Αρθρογραφία του φακέλου


1. Η κατάρρευση του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού», ιδεολογικό κραχ του ακραία ανταγωνιστικού, αγγλοσαξωνικού μοντέλου φέρνει η διεθνής οικονομική κρίση, του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

2. Το τέλος του κόσμου όπως τον ξέραμε, η οικονομική κρίση εγκυμονεί βαθειές αλλαγές όχι μόνο στις δομές του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά και στη διεθνή πολιτική, του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

3. Περί δομημένων κρατικών ομολόγων, ένα παραμύθι για νοήμονες, του Γιώργου Σταμάτη

4. Η νέο-φιλελεύθερη δημοσιονομική πολιτική υπό τις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης, του Γιώργου Σταμάτη


Το τέλος του κόσμου όπως τον ξέραμε


Η οικονομική κρίση εγκυμονεί βαθειές αλλαγές όχι μόνο στις δομές του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά και στη διεθνή πολιτική

του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Όσοι επέμεναν να υποστηρίζουν ότι η αμερικανική οικονομία έχει ακλόνητα θεμέλια, παρά την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, σήμερα διαπιστώνουν ότι έχασαν ή τα λεφτά τους ή την καλή τους φήμη. Οι περισσότεροι αναλυτές συγκλίνουν στην άποψη του Νομπελίστα Τζόζεφ Στίγκλιτς, ο οποίος εκτιμά ότι η Αμερική μάλλον θα αποφύγει το μεγάλο κραχ, αλλά όχι και τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης ύφεσης, κατά το πρότυπο της ιαπωνικής «χαμένης δεκαετίας» του ’90.

Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές πλέον ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μία συνήθη, κυκλική κρίση, η οποία γρήγορα εξυγιαίνει τον καπιταλισμό κατά το πρότυπο της «δημιουργικής καταστροφής» που περιέγραψε ο Σουμπέτερ, αλλά με πραγματικό σημείο καμπής. Ο ιστορικός του μέλλοντος μπορεί να αναζητήσει αναλογίες στη μακρά ύφεση της περιόδου 1873- 96, που επώασε τη σύγχρονη, γιγαντιαία, μετοχική εταιρεία, υπέσκαψε τη βρετανική ηγεμονία και επιτάχυνε το γεωγραφικό μοίρασμα του κόσμου από τις αποικιακές αυτοκρατορίες.

Η σημερινή αποσταθεροποίηση είναι πρώτα απ’ όλα κρίση της «χρηματοποίησης»- αν επιτραπεί η εισαγωγή άλλης μιας κακόφημης λέξης- δηλαδή, της υπερδιόγκωσης του χρηματιστικού κεφαλαίου σε βάρος του βιομηχανικού. «Η Γουόλ Στριτ όπως την ξέραμε δεν θα υπάρχει πια», ανήγγειλε σε πένθιμους τόνους πρόσφατα η… Wall Street Journal. Δεν είχε στεγνώσει το μελάνι στο τυπογραφικό χαρτί και όλες οι επενδυτικές τράπεζες της Γουόλ Στριτ είτε είχαν χρεοκοπήσει, είτε είχαν εξαγοραστεί, είτε είχαν μετατραπεί σε συνήθεις, εμπορικές τράπεζες.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει το τέλος των χρηματοπιστωτικών κολοσσών. Αντίθετα οι ισχυρότεροι εξ αυτών θα γιγαντωθούν ακόμη περισσότερο, εξαγοράζοντας «κοψοχρονιά» τους πιο ευάλωτους. Ωστόσο, οι πιο τυχοδιωκτικές μορφές κερδοσκοπίας αναγκαστικά θα χαλιναγωγηθούν, καθώς ροκανίζουν επικίνδυνα την πραγματική οικονομία, το κλαδί πάνω στο οποίο στηρίζονται και τα «golden boys» της Γουόλ Στριτ.

Το δεύτερο, μεγάλο θύμα της κρίσης είναι η ηγεμονία του αγγλοσαξωνικού, νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Μέσα σε οκτώ χρόνια, η Αμερική υπέστη δύο τρομακτικές κρίσεις στα πιο ζωτικά κέντρα της οικονομίας της- τις νέες τεχνολογίες και το τραπεζικό σύστημα. Από υπ’ αριθμόν ένα παγκόσμιος πιστωτής, έγινε υπ’ αριθμόν ένα παγκόσμιος οφειλέτης, από θαυματουργό πρότυπο, παράδειγμα προς αποφυγήν.

Όχι απροσδόκητα, η «παλαιά Ευρώπη» του Ρήνου, με τη συγκριτικά ισχυρότερη παραγωγική βάση και τα λιγότερα ανοίγματα στον χρηματιστικό τζόγο, ξαναβρήκε την αυτοπεποίθησή της. Από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο Νικολά Σαρκοζί δήλωσε: «Λένε ότι δεν ξέρουν ποιος ευθύνεται για την κρίση. Ώστε έτσι! Όταν όλα πήγαιναν καλά, ήξεραν ποιος πρέπει να τσεπώσει τα μπόνους»! Η Άγκελα Μέρκελ καυτηρίασε την αμερικανική κυβέρνηση για την άρνησή της να χαλιναγωγήσει το χρηματιστικό κεφάλαιο, ενώ ο ομοεθνής της Μάρτιν Σουλτς, επικεφαλής της σοσιαλιστικής ομάδας του Ευρωκοινοβουλίου, δήλωσε ότι «η κρίση υπογραμμίζει τις ακρότητες του αγγλοσαξωνικού καπιταλισμού του καζίνο».

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Πέερ Στάινμπρουκ εκτίμησε ότι η κρίση θα τερματίσει την κυριαρχία του άξονα Γουόλ Στριτ- Σίτι του Λονδίνου στο παγκόσμιο χρήμα. Αν έχει δίκιο, όπως η ύφεση του 1929- 32 τερμάτισε την πρώτο γύρο της παγκοσμιοποίησης, την οποία καθοδηγούσε η Βρετανία, έτσι και η σημερινή κρίση θα μπορούσε να διαρρήξει τη δεύτερη παγκοσμιοποίηση, υπό την ηγεμονία της Αμερικής. Όπως τόνιζε πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών του Κλίντον, Λόρεν Σάμερς, η τάση για επιστροφή στον προστατευτισμό είναι ήδη ισχυρή. Ίσως όχι τόσο σε επίπεδο εθνών κρατών, που είναι πολύ μικρά, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, για να αντέξουν κάτι τέτοιο, αλλά μεταξύ μεγάλων περιφερειακών μπλοκ: Ε.Ε., NAFTA στη βόρεια Αμερική, Unasur στη Νότια, το διευρυμένο ASEAN στην Άπω Ανατολή, κλπ. Κάτι τέτοιο θα παρέπεμπε στην ατμόσφαιρα του μεσοπολέμου, με την αναζωπύρωση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών για σφαίρες επιρροής.

Στο εσωτερικό των δυτικών Δημοκρατιών, η κρίση θα εντείνει τις τάσεις πόλωσης, υπονομεύοντας την «κεντρώα», νεοφιλελεύθερη συναίνεση. Στο συντηρητικό στρατόπεδο, θα κερδίσουν έδαφος οι φωνές μιας πιο «λαϊκής» Δεξιάς, υπέρμαχου ενός «ισχυρού κράτους»- ένα παιχνίδι που παίζουν πολύ καλά ο Σαρκοζί και ο Μπερλουσκόνι- στη δε Κεντροαριστερά θα ενισχυθούν οι τάσεις που απορρίπτουν τον περίφημο «Τρίτο Δρόμο» και μιλούν στο όνομα του κοινωνικού κράτους. Δεν είναι τυχαία η μετεωρική άνοδος του κόμματος «Αριστερά», που προέκυψε από τη συνένωση πρώην κομμουνιστών και αριστερών σοσιαλδημοκρατών του Λαφοντέν, στη Γερμανία και η αντι- Ε.Ε. στροφή των σοσιαλιστών στην Αυστρία.

Το κυριότερο, οι εξελίξεις προσφέρουν νομιμοποίηση σε πολιτικές που μέχρι πρόσφατα κατακεραυνώνονταν ως ανεύθυνος λαϊκισμός. Πως θα συνεχίσουν να κατηγορούν τον Ομπάμα ότι τα 50-60 δις δολάρια που κοστίζει η πρόταση του για την κοινωνική ασφάλιση «θα τινάξουν στον αέρα την οικονομία», όταν ο Μπους και ο Πόλσον δίνουν 700 δις στη Γουόλ Στριτ; Πως θα επιμείνουν να αντιμετωπίζουν την εθνικοποίηση ως απαγορευμένη λέξη, όταν οι ίδιοι κρατικοποιούν το ένα οικονομικό μεγαθήριο μετά το άλλο; Πως θα κατακεραυνώσουν την Αριστερά ότι μιλάει «ξύλινη γλώσσα», όταν ο μεγαλοχρηματιστής Γουόρεν Μπάφετ πιέζει για βαρύτερη φορολόγηση των… πλουσίων και αναγνωρίζει στους New York Times: «Εντάξει, υπάρχει ταξικός πόλεμος. Αλλά είναι η δική μου τάξη, η τάξη των πλουσίων, που κάνει τον πόλεμο και εμείς είμαστε αυτοί που τον κερδίζουμε»!

Ίσως αυτά τα μηνύματα να έχει υπόψη του ο Σαρκοζί όταν, αμέσως μετά τις φλογερές δηλώσεις του εναντίον του «καπιταλισμού του καζίνο» αισθάνεται την ανάγκη να συμπληρώσει ότι «θα ήταν λάθος να επιστρέψουμε στην κοινοκτημοσύνη του παρελθόντος»! Όπως και η Άγκελα Μέρκελ, η οποία εξέφρασε τον φόβο μήπως «η απαξίωση της ελεύθερης αγοράς γίνει όπλο στα χέρια της Αριστεράς»…

Ο θάνατος του χρηματιστάκου

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ έγραψε ότι μεγάλο έγκλημα δεν είναι να ληστέψεις τράπεζα, αλλά να ιδρύσεις τράπεζα. Κι ο ο Τζον Γκάπερ των Financial Times μας θύμισε, την περασμένη Τετάρτη, ότι τη δεκαετία του ’30, ύστερα από το τρομερό κραχ του 1929, οι Αμερικανοί συνήθιζαν να αποκαλούν τους τραπεζίτες (bankers)…banksters, παραπέμποντας στους γκάνγκστερ!

Αντικείμενο θαυμασμού και φθόνου, ωσάν θαυματουργοί αλχημιστές που δημιουργούν χρυσό από το τίποτα, σε εποχές παχιών αγελάδων, τραπεζίτες και χρηματιστές μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους όταν έρχεται η ώρα της κρίσεως. Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο βιβλίο «Η Καταγωγή των Χρηματιστικών Κρίσεων», υπογεγραμμένο από τον Τζορτζ Κούπερ. Η ανάλυσή του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον πρόσθετο λόγο ότι προέρχεται από έναν άνθρωπο που υπηρέτησε ως ανώτερος «αξιωματικός» της Γουόλ Στριτ και του Σίτι (στη Goldman Sachs, τη J P Morgan και την Deutsche Bank), για να μεταβληθεί σε αντιρρησία συνείδησης.

Οπαδός του Κέινς και ιδιαίτερα του μαθητή του, Χάιμαν Μίνσκι, ο Κούπερ επιτίθεται μετωπικά στη θεμελιώδη υπόθεση του νεοφιλελευθερισμού: Ότι η αγορά είναι ικανή να απορροφήσει οποιουσδήποτε εξωτερικούς κραδασμούς και να βρει γρήγορα μια καινούργια, ευσταθή ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, αρκεί να αφεθεί ελεύθερη, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις. Μια αρχή την οποία υποστήριζε με απόλυτη αδιαλλαξία, μέχρι το τέλος της ζωής του ο πατριάρχης του νεοφιλελευθερισμού, Μίλτον Φρίντμαν, προτείνοντας μέχρι και τη διάλυση της Κεντρικής Τράπεζας.

Αντλώντας έμπνευση από τις μελέτες του σπουδαίου, Σκωτσέζου φυσικού του 19ου αιώνα Τζέιμς Κλαρκ Μάξγουελ για τη ρύθμιση αυτόματων μηχανών και του σύγχρονου, Γάλλου μαθηματικού Μπενουά Μαντελμπρό περί χαοτικών συστημάτων, ο Κούπερ υπερασπίζεται τη θεωρία της εγγενούς χρηματιστικής αστάθειας: Αν και αναγνωρίζει ότι οι αγορές εμπορευμάτων και υπηρεσιών είναι ευσταθείς, υποστηρίζει ότι οι χρηματιστικές αγορές εμφανίζουν «θετική ανάδραση», που τείνει να πολλαπλασιάζει, αντί να αποσβένει, την όποια, αρχική διαταραχή. Αποτέλεσμα είναι να «τρελαίνονται», ρέποντας είτε προς την εκρηκτική ανάπτυξη, που δημιουργεί «φούσκες», είτε προς τον χρηματιστικό πανικό και την κατάρρευση (boom- bubble).

Το βιβλίο του Κούπερ είναι χαρακτηριστικό της υπό εξέλιξη ιδεολογικής μεταστροφής που κυοφορεί η σημερινή κρίση. Ωστόσο, η υπόθεση περί αρχικά ευσταθούς, παραγωγικής, καπιταλιστικής οικονομίας, η οποία στη συνέχεια μολύνθηκε από τον όφι του κερδοσκοπικού, χρηματιστικού κεφαλαίου, αφήνει ένα άρωμα νοσταλγίας του χαμένου (ανύπαρκτου) παραδείσου. Όπως πολλοί οικονομολόγοι έχουν τεκμηριώσει, ήταν ίσα- ίσα η έρπουσα κρίση του «παραγωγικού», βιομηχανικού τομέα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, που οδήγησε στη διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα, προς αναζήτηση υψηλότερων ποσοστών κέρδους- πρώτα στις ΗΠΑ και μετά στον υπόλοιπο κόσμο.



Αέρας στα πανιά του Ομπάμα

Η κρίση ενισχύει σημαντικά τις πιθανότητες νίκης του Ομπάμα έναντι του Μακέιν. Θα ήταν πραγματικά παράδοξο σε εποχή μεγάλης κρίσης οι ψηφοφόροι να ανταμείψουν τους Ρεπουμπλικάνους που μονοπωλούσαν, στο μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας οκταετίας, όλους τους μηχανισμούς της κεντρικής εξουσίας (Λευκό Οίκο, Κογκρέσο, Ανώτατο Δικαστήριο). Ο μόνος σοβαρός κίνδυνος για τον Ομπάμα τη στιγμή αυτή φαίνεται να είναι οι ρατσιστικές προκαταλήψεις της «βαθειάς, λευκής Αμερικής», η έκταση των οποίων είναι δύσκολο να εκτιμηθεί.

Όποιος και να είναι ο επόμενος πρόεδρος, όμως, θα βρεθεί ενώπιον σοβαρότατων προκλήσεων. Μετά το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη ρωσική αντεπίθεση στον Καύκασο και τα ρωσικά γυμνάσια στην Καραϊβική, ήρθε μια ιστορικών διαστάσεων οικονομική κρίση, που απειλεί να καταστήσει τη μόνη υπερδύναμη όμηρο των ανταγωνιστών της. Πρόσφατα, στο Αλγέρι, η εφημερίδα Ελ Βατάν εμφάνιζε, σε πρωτοσέλιδο σκίτσο της, τον θείο Σαμ να γονατίζει μπροστά σε πορτρέτο του Μάο Τσετούνγκ, εκλιπαρώντας «Σώσε μας»!

Ασφαλώς, η Αμερική δεν είναι «χάρτινη τίγρη». Όταν βρέθηκε σε ανάλογη κατάσταση, στις αρχές της δεκαετίας του ’70- οικονομική κρίση και αποτελμάτωση στο Βιετνάμ- κατάφερε να ανασυνταχθεί και να θωρακίσει εκ νέου την ηγεμονία της, μέσα από μια μακρά, δύσκολη πορεία που άρχισε με τον Νίξον και ολοκληρώθηκε με τον Ρίγκαν. Σήμερα, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει είναι από πολλές απόψεις πιο δύσκολες και δεν μπορούν να περιμένουν. Ο επόμενος πρόεδρος θα πιεστεί να δώσει πολύ γρήγορα χειροπιαστά δείγματα ανάκαμψης για να ανακτήσει μέρος από τη χαμένη αξιοπιστία της υπερδύναμης- με πιο πιθανό υποψήφιο για μια παρόμοια επίδειξη δύναμης τη Λατινική Αμερική και ιδιαίτερα τη Βενεζουέλα του Τσάβες.


ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Χένρι Πόλσον

Προσμένοντας το θαύμα

Η Επιστημονική Εκκλησία του Χριστού είναι μια από τις πολυάριθμες προτεσταντικές αιρέσεις που φύτρωσαν στα εύφορα εδάφη του Νέου Κόσμου. Ιδρύθηκε από την Μαίρη Μπέικερ Έντι το 1879 στη Βοστώνη και εκδίδει μέχρι σήμερα την εφημερίδα Christian Science Monitor. Τα μέλη της θεωρούνται κάπως ιδιόμορφα, καθώς συχνά αρνούνται τις υπηρεσίες της συμβατικής Ιατρικής, προτιμώντας θαυματουργές θρησκευτικές θεραπείες μέσω προσευχής και άλλων, ετερόδοξων τεχνικών.

Με ένα παρόμοιο «θαύμα», που αψηφά τις παραδοσιακές θεραπευτικές μεθόδους, αποπειράθηκε να λυτρώσει την χωλαίνουσα, αμερικανική, χρηματοπιστωτική αγορά ο υπουργός Οικονομικών Χένρι Πόλσον, ο οποίος μυήθηκε εξ απαλών ονύχων στο εν λόγω δόγμα. Η ιδιορρυθμία του δεν περιορίζεται στις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Στα παιδικά του χρόνια, ποτέ δεν ονειρευόταν μια καριέρα στο πανεπιστήμιο, στην πολιτική ή στη Γουόλ Στριτ. Εκείνο που τον συγκινούσε ήταν το κάλεσμα της άγριας φύσης. Διακρίθηκε σαν πρόσκοπος, στα μαθητικά του χρόνια ήθελε να γίνει δασοφύλακας και μετά το γάμο του εγκαταστάθηκε σε ένα ράντσο, όπου, εκτός από γατιά, σκυλιά, πουλιά, βατράχια και ποντίκια, εξέτρεφε ρακούν, ιπτάμενους σκίουρους, σαύρες, αλιγάτορες, φίδια και μια ταραντούλα.

Απόφοιτος της φημισμένης Οικονομικής Σχολής του Χάρβαρντ, εργάσθηκε για ένα διάστημα στην κυβέρνηση Νίξον, για να ενταχθεί στην επενδυτική τράπεζα- κολοσσό της Γουόλ Στριτ Goldman Sachs το 1974, της οποίας χρημάτισε γενικός διευθυντής από το 1998 μέχρι το 2005. Το 2006, ο Τζορτζ Μπους τον διόρισε υπουργό Οικονομικών. Η θητεία του στη Γουόλ Στριτ ήταν το ένα μεγάλο ατού για τον Πόλσον. Το δεύτερο ήταν οι άριστες σχέσεις του με την Κίνα, τη χώρα που καλύπτει μεγάλο μέρος του αμερικανικού ελλείμματος αγοράζοντας τίτλους του δημοσίου και την οποία ο Πόλσον έχει επισκεφθεί τουλάχιστον 70 φορές.

Σε διάλεξή του στο Χρηματιστήριο της Σαγκάης, την άνοιξη του 2007, ο Πόλσον δήλωσε ότι «μια ανοιχτή, ανταγωνιστική, απελευθερωμένη χρηματιστική αγορά μπορεί να εξασφαλίσει πόρους και ευημερία πολύ αποτελεσματικότερα από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις». Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ενώ ήδη είχε αρχίσει η κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου, επέμενε ότι η ζημιά θα είναι πολύ περιορισμένη διότι η παγκόσμια οικονομία είναι «η ισχυρότερη εδώ και δεκαετίες». Ακόμη και στις 20 Ιουλίου 2008, όταν είχαν αρχίσει οι πρώτες καταρρεύσεις τραπεζών, υποστήριζε ότι «η κατάσταση είναι σε εντελώς ελέγξιμη».

Πριν από δέκα ημέρες, ο Πόλσον έφτασε να παρακαλεί γονατιστός (κυριολεκτικά γονατιστός) τη Δημοκρατική πρόεδρο της Βουλής, Νάνσι Πελόσι, στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου, να δεχθεί το σχέδιό του για τη διάσωση της Γουόλ Στριτ, με την προσφορά 700 δις δολαρίων στις τράπεζες που τα θαλάσσωσαν, επιβαρύνοντας τους μισθωτούς προς όφελος των αρπακτικών, που θησαύρισαν τα προηγούμενα χρόνια. Μεταξύ αυτών, και ο ίδιος ο Πόλσον, ο οποίος, το 2005, έλαβε από την Goldman Sachs «μπόνους» 38 εκατομμυρίων δολαρίων, για να ανεβάσει την περιουσία του στα 700 εκατομμύρια.




Η κατάρρευση του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού»


Ιδεολογικό κραχ του ακραία ανταγωνιστικού, αγγλοσαξωνικού μοντέλου φέρνει η διεθνής οικονομική κρίση

του Πέτρου Παπακωνσταντίνου


«Αυτοί οι ήρωες των χρηματιστηρίων», έγραφε ο Ερίκος Ίψεν, «είναι σαν τις χάντρες σε μια κλωστή- αν πέσει η πρώτη, οι υπόλοιπες θα ακολουθήσουν». Η χρεωκοπία της Lehman Brothters και η εξαγορά της Merrill Lynch- της τέταρτης και της πρώτης επενδυτικής τράπεζας των ΗΠΑ αντίστοιχα- έφερε το εφιαλτικό σενάριο ενός φαινόμενου ντόμινο, σαν κι αυτό που περιέγραψε ο Νορβηγός δραματουργός, στην ημερήσια διάταξη. Αυτή τη φορά, ακόμη και οι πιο μετρημένες εφημερίδες σε Ευρώπη και Αμερική πήραν στα σοβαρά τις προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο μεγάλου κραχ, τύπου 1929.

Η συναίσθηση του κινδύνου ώθησε προφανώς την αμερικανική Κεντρική Τράπεζα να διαθέσει το τεράστιο ποσό των 85 δις δολαρίων για να εξαγοράσει το 80% του γιγαντιαίου ασφαλιστικού ομίλου AIG, που κινδύνευε να αποδειχθεί η επόμενη «χάντρα» στο ντόμινο των χρεωκοπιών. Όσο κι αν οι Αμερικανοί αποφεύγουν να χρησιμοποιούν την απαγορευμένη λέξη, πρόκειται για καραμπινάτη εθνικοποίηση στη χώρα που, από την εποχή του Ρίγκαν, έχει αναγορεύσει την αποκρατικοποίηση σε πολιτική θρησκεία.

Μόλις δύο εβδομάδες μετά τη διάσωση δύο άλλων κολοσσών, των Fannie Mae και Freddie Mac, από την Κεντρική Τράπεζα με χρήματα των φορολογουμένων, εδραιώνεται η εικόνα της πιο θεαματικής, κρατικής παρέμβασης στην ιδιωτική οικονομία εδώ και πολλές δεκαετίες. Ήδη, προ διμήνου, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Τζιμ Μπάνινγκ εξεράγη: «Σήμερα το πρωί, όταν διάβασα τα νέα στην εφημερίδα, πίστεψα ότι είχα ξυπνήσει στη Γαλλία. Αλλά όχι, φαίνεται ότι ο σοσιαλισμός θα βασιλεύει στο μέλλον και εδώ, στην Αμερική». Περισσότερο ακριβής, ο οικονομολόγος Τζιμ Ρότζερς σχολίαζε στο CNBC,σ τις 8 Σεπτεμβρίου: «Θα δούμε τις μετοχές των τραπεζών να εκτοξεύονται με την ανακοίνωση της κρατικής παρέμβασης. Είναι χειρότερα κι από την Κίνα, είναι κράτος πρόνοιας για τους πλούσιος, σοσιαλισμός για τους πολύ πλούσιους».

Η αίσθηση της… σοσιαλμανίας στη Μέκκα του νεοφιλελευθερισμού κλιμακώθηκε την Πέμπτη, με τη συντονισμένη παρέμβαση κυβέρνησης και Κογκρέσου, που συμφώνησαν να αγοράζει το αμερικανικό κράτος προβληματικά δάνεια από ευάλωττες ιδιωτικές τράπεζες. Ας σημειωθεί ότι από την αρχή της κρίσης, η αμερικανική Κεντρική Τράπεζα έχει διαθέσει περίπου 1 τρις (τρις!) δολάρια για κρατικοποιήσεις, εξαγορές, ενέσεις ρευστότητας και άλλες σωτήριες παρεμβάσεις.

Οι δραματικές εξελίξεις έδωσαν τη χαριστική βολή στην αξιοπιστία όσων (και ήταν πολλοί, στους κόλπους των πολιτικών, οικονομικών και δημοσιογραφικών ελίτ) επέμεναν να υποτιμούν το βάθος της κρίσης. Όταν εκδηλώθηκε το πρώτο σοκ, με την κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς στεγαστικών δανείων, επέμεναν ότι τα «θεμέλια» της αμερικανικής οικονομίας είναι ακλόνητα. Δεν παραδέχονταν τίποτα περισσότερο από συνήθεις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου ακόμη και όταν ήταν φανερό ότι, από την αγορά κατοικίας, η μόλυνση είχε διαδοθεί επικίνδυνα στις τράπεζες. Αντέδρασαν στις πρώτες κρατικές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων ΗΠΑ και Βρετανίας για τη διάσωση των Bear Sterns και Northern Rock, προτιμώντας τη βίαιη «εξυγίανση» μέσω της χρεωκοπίας- κάτι σαν τον τρελό του χωριού που πηγαίνει σε κηδεία και φωνάζει «πέντε- πέντε την ημέρα κι εκατό την εβδομάδα»!

Αρνήθηκαν να δουν τις ολέθριες επιπτώσεις της αχαλίνωτης χρηματιστικής κερδοσκοπίας ακόμη και όταν αυτό ήταν ολοφάνερο και στους περί τα οικονομικά ανίδεους: Για παράδειγμα, στην ανοιξιάτικη έκρηξη των τιμών των τροφίμων και του πετρελαίου, τις οποίες επέμεναν να αποδίδουν σε αύξηση της ζήτησης της… Κίνας και της Ινδίας! Φυσικά, ουδείς μπήκε στον κόπο να μας πει τι άλλο εκτός από τον χρηματιστηριακό τζόγο μπορεί να εξηγήσει την πτώση της τιμής του πετρελαίου από τα 150 στα 90 δολάρια μέσα σε δύο μήνες- εκτός αν σ’ αυτό το διάστημα κατέρρευσε η Κίνα και δεν το αντιληφθήκαμε, απορροφημένοι όπως είμαστε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του… Πεκίνου!

Είναι αλήθεια ότι, αν και ζήσαμε τη μεγαλύτερη στην ιστορία χρεωκοπία στη χρηματοπιστωτική σφαίρα, η κρίση στην πραγματική οικονομία δεν μπορεί (ακόμη;) να συγκριθεί με τη Μεγάλη Ύφεση του 1929- ’32, όταν η βιομηχανική παραγωγή έπεφτε στο μισό και η ανεργία ανέβαινε στο 25%. Όλοι οι σοβαροί αναλυτές, όμως, δέχονται ότι αντιμετωπίζουμε τη χειρότερη κρίση των τελευταίων 30 χρόνων, ότι βρισκόμαστε στη μέση του τούνελ, χωρίς να βλέπουμε φως και ότι, παρά τις αλλεπάλληλες κρατικές παρεμβάσεις, τα πράγματα στην Αμερική πάνε από το κακό στο χειρότερο.

Είναι επίσης αλήθεια ότι ο διεθνής καπιταλισμός δεν κινδυνεύει να ανατραπεί από την παρούσα κρίση. Όχι γιατί είναι υγιής, ή, πολύ περισσότερο, αιώνιος, αλλά γιατί, απλούστατα, δεν υπάρχει, μετά την κατάρρευση του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος, πολιτικό υποκείμενο ικανό να τον ανατρέψει. Ωστόσο, υπάρχει καπιταλισμός και καπιταλισμός - από τον καπιταλισμό του Χίτλερ μέχρι τον καπιταλισμό του Λαϊκού Μετώπου στη Γαλλία κι από το νεοφιλελευθερισμό των τανκς στη Χιλή του Πινοτσέτ μέχρι το σοσιαλδημοκρατικό κράτος πρόνοιας της Σουηδίας.

Αυτό που μπορεί όντως να καταρρεύσει, ή μάλλον έχει ήδη καταρρεύσει ως ιδεολόγημα, είναι όχι ο καπιταλισμός γενικά, αλλά ένα ορισμένο είδος καπιταλισμού. Το είδος που κυριάρχησε τη δεκαετία του ’90, πολιτογραφήθηκε ως «συναίνεση της Ουάσιγκτον» και βασίζεται σε ορισμένα θεμελιώδη αξιώματα: Ότι οι κοινωνίες του μέλλοντος είναι εκείνες που έχουν περάσει στην «νέα», άυλη οικονομία των υπηρεσιών, αφήνοντας πίσω τους το Δεύτερο Κόσμο της παραδοσιακής βιομηχανίας και τον Τρίτο Κόσμο της γεωργίας και των πρώτων υλών. Κι ότι στην πρωτοπορία βρίσκονται οι αγγλόφωνες χώρες, και ιδίως Αμερική και Βρετανία, με το άγρια ανταγωνιστικό μοντέλο και τη γενικευμένη αποκρατικοποίηση.

Σήμερα, οι παραδοχές αυτές αποτελούν σωρό ερειπίων. Η άυλη «νέα οικονομία» αποδεικνύεται συνώνυμη της οικονομίας- φούσκας, του καπιταλισμού του καζίνο. Η υπερχρεωμένη Αμερική, αντί από μηχανής θεός, αποδεικνύεται ο μεγάλος ασθενής της παγκόσμιας οικονομίας (και η επίσης εκτεθειμένη Βρετανία είναι πολύ πιθανό να αποδειχθεί σύντομα ο αδύνατος κρίκος της Ευρώπης). Για ειρωνεία της τύχης, ο διεθνής καπιταλισμός, που παραδοσιακά στηριζόταν στην Αγία Τριάδα ΗΠΑ- Δ. Ευρώπη- Ιαπωνία, αναζητά τώρα τονωτικές ενέσεις στην πυρετική ανάπτυξη της «κομμουνιστικής» Κίνας, της Ινδίας- όπου κομμουνιστές συγκυβερνούν σε κρίσιμα κρατίδια- και της Βραζιλίας του πρώην τροτσκιστή Λούλα. Κάπως αλλοιώς είχε φανταστεί ο Φουκουγιάμα το «τέλος της Ιστορίας»…


Η κρίση δεν έφτασε στο… «Πλουτοστάν»!

Προκλητική γιγάντωση της πολυτελούς κατανάλωσης σε εποχή ισχνών αγελάδων

«Είναι συναρπαστική εμπειρία να βλέπω ότι η τέχνη μου πουλάει την ημέρα που οι τράπεζες καταρρέουν», δήλωσε ο Βρετανός καλλιτέχνης Ντέιμιεν Χιρστ, την περασμένη Τρίτη. Ο ενθουσιασμός του δεν ήταν αδικαιολόγητος. Το «Χρυσό Μοσχάρι», το μαύρο πρόβατο με τα επίσης χρυσά κέρατα και τα άλλα έργα του που βγήκαν σε δημοπρασία, στον οίκο Σόθμπις του Λονδίνου, τον έκαναν πλουσιότερο κατά 198 εκατομμύρια δολάρια. Το προηγούμενο ατομικό ρεκόρ καλλιτέχνη που ανήκε στον Πάμπλο Πικάσο- 32 εκατομμύρια δολάρια- έγινε σκόνη την ώρα που τραπεζικοί κολοσσοί κατέρρεαν ή εξαγοράζονταν στο Μανχάταν και το Σίτι.

Η εκτίναξη των τιμών στην αγορά έργων τέχνης είναι μια από τις πάμπολλες εκδηλώσεις προκλητικής διόγκωσης της πολυτελούς κατανάλωσης, σε πείσμα της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Δεν είναι η πρώτη φορά που η κρίση, εκτός από πηγή δυστυχίας για πάρα πολλούς, γίνεται καταλύτης για τη συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια πολύ λίγων.

Η Μεγάλη Ύφεση του 1929- ’32 ήταν η εποχή που γέννησε τις μεγαλύτερες μονοπωλιακές επιχειρήσεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Μέσα από τα συντρίμια της κρίσης ορθώθηκαν στο Μανχάταν οι πιο επιβλητικοί ουρανοξύστες, όπως το Empire State Building (το ψηλότερο κτίριο της Νέας Υόρκης σήμερα) και το κτίριο της Chrysler. Οι δυναστείες Κένεντι και Ροκφέλερ είδαν τις περιουσίες τους να πολλαπλασιάζονται. Η πιο εμβληματική μορφή επιχειρηματία που θησαύρισε, χάρη σε ένα κράμα ικανότητας, τυχοδιωκτισμού, ραδιουργίας και πολιτικών διασυνδέσεων, ήταν ο παραγωγός του Χόλιγουντ, μεγιστάνας της πολεμικής βιομηχανίας και συνεργάτης της CIA στις πιο βρώμικες επιχειρήσεις, Χάουαρντ Χιουζ.

Κάτι ανάλογο διαδραματίζεται στις μέρες μας, συνήθως μακριά από τους προβολείς της δημοσιότητας, καθώς, όπως είπε κάποτε ο προοδευτικός οικονομολόγος Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ, «απ’ όλες τις κοινωνικές τάξεις, οι πλούσιοι είναι εκείνοι που μνημονεύονται περισσότερο, αλλά μελετώνται λιγότερο».

Εξαίρεση του κανόνα αποτελεί το σχετικά πρόσφατο βιβλίο του Ρόμπερτ Φρανκ «Richistan», που θα μπορούσε να μεταφραστεί «Πλουτοστάν», η χώρα των πλουσίων. Αρθρογράφος της συντηρητικής Wall Street Journal και υπεράνω πάσης υποψίας για κρυπτοσοσιαλιστικές τάσεις, ο Φρανκ δεν διακατέχεται από εμπάθεια για τους δισεκατομμυριούχους που περιγράφει. Το βιβλίο του είναι γραμμένο σε στιλ ταξιδιωτικού χρονικού: Το «Πλουτοστάν» είναι κάτι σαν ανεξάρτητη χώρα μέσα στην ίδια μας τη χώρα- είτε πρόκειται για την Αμερική, είτε για τη Γερμανία, είτε για την Ελλάδα- ωσάν ο κόσμος να χωρίζεται σε παράλληλα σύμπαντα, των πολύ πλούσιων και των κοινών θνητών, τα οποία, όπως και στην αντίστοιχη θεωρία της Κβαντικής Φυσικής, ουδέποτε επικοινωνούν μεταξύ τους. Ένας ανεξάρτητος κόσμος με τις δικές του, περιφραγμένες πόλεις, τα δικά του χειμερινά και θερινά ξενοδοχεία, το δικό του σύτημα υγείας και τα δικά του μέσα μεταφοράς (ιδιωτικά τζετ, κότερα κ.α.).

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινείται η μελέτη του Ρόμπερτ Ράιχ, υπουργού Εργασίας των ΗΠΑ επί κυβέρνησης Κλίντον, «Σούπερ- καπιταλισμός». Ο συγγραφέας τεκμηριώνει ότι οι ανισότητες στη χώρα του «είναι σήμερα πιο άγριες από κάθε άλλη φορά μετά το 1929». Το 1968, οι συνολικές απολαβές του διευθυντή της General Motors ήταν 66 φορές μεγαλύτερες από εκείνες του μέσου εργάτη. Πέρυσι, ο διευθυντής της Wal- Mart κέρδιζε… 9.000 φορές περισσότερα από τον μέσο υπάληλλό του!

Οι προκλητικές εκδηλώσεις σπατάλης και παρασιτικής διαβίωσης, τη στιγμή που επιχειρήσεις κλείνουν, εργαζόμενοι απολύονται και συντάξεις κόβονται επειδή «το κράτος δεν έχει λεφτά», αποτελούν πραγματική πρόκληση για την εργαζόμενη πλειοψηφία και θέτουν το αίτημα της αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου στο κέντρο των κοινωνικών και πολιτικών αναμετρήσεων.


Μαθήματα λιτότητας για μισθωτούς και συνταξιούχους

20% αυξήθηκε ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων (σε δολάρια) στον κόσμο κατά το 2007, για να φτάσει τους 1.125. Το 2003, ο αντίστοιχος αριθμός ήταν μόλις 476. Από πέρυσι, η Μόσχα φιλοξενεί περισσότερους δισεκατομμυριούχους παρά η Νέα Υόρκη. Οι εκατομμυριούχοι στη Μόσχα υπολογίζονται γύρω στους 200.000.

30 τρις δολάρια υπολογίζεται η περιουσία των Αμερικανών δισεκατομμυριούχων- ένα ποσό που υπερβαίνει το αθροιστικό, ετήσιο εθνικό εισόδημα Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ιαπωνίας, Κίνας, Ρωσίας και Βραζιλίας.

140 εκ. ευρώ δαπανήθηκαν την περασμένη Δευτέρα και Τρίτη στον οίκο Σόθμπις του Λονδίνου για την αγορά έργων ενός και μόνο καλλιτέχνη, του Βρετανού Ντέιμιεν Χιρστ. Ένα νεκρό μοσχάρι με χρυσά κέρατα σε φορμαλδεύδη πουλήθηκε 13,3 εκ. ευρώ, ενώ ο παρεμφερής καρχαρίας αγοράστηκε αντί 11,6 εκ. ευρώ.

100 εκ. δολάρια το λιγότερο αναμένεται να πουληθεί ένα άλλο έργο του Χιρστ, που ονομάζεται «Για την αγάπη του Θεού». Πρόκειται για ένα κρανίο με ανθρώπινα δόντια, 8.061 διαμάντια και πλατίνα 1.016 καρατίων.

42 εκ. ευρώ στοίχισε η μεταγραφή ενός μόνο ποδοσφαιριστή, του 23χρονου Βραζιλιάνου Ρομπίνιο, από τη Ρεάλ Μαδρίτης στη Μάντσεστερ Σίτι. Ο νέος ιδιοκτήτης της ομάδας, Σουλεϊμάν αλ Φαχίμ από το Ντουμπάι, θα δαπανήσει 600 εκ. ευρώ για την ανανέωση της ομάδας την επόμενη διετία.

850 ευρώ κοστίζει ένα ζευγάρι γυναικεία σανδάλια με ψηλά τακούνια του οίκου Botega Veneta, οι δερμάτινες τσάντες του οποίου πουλιούνται μέχρι και 11.600 ευρώ η μία. Σε πείσμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης, ο οίκος ανακοίνωσε αύξηση πωλήσεων για το πρώτο τρίμηνο του 2008 κατά 31,5%.

23.000 ευρώ κοστίζει μια βραδυά στη βασιλική σουίτα του ξενοδοχείου Grand Hills Hotel & Spa, στα περίχωρα της Βηρυττού. Η σουίτα καλύπτει 4.100 τετραγωνικά μέτρα και κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ ως προς την τιμή της διανυκτέρευσης.

4.900 έως 185.000 ευρώ κοστίζουν τα χειροποίητα ρολόγια που κατασκευάζει η εταιρεία Carouge για πελάτες που θέλουν να είναι βέβαιοι ότι ουδείς άλλος θνητός θα φοράει παρόμοιο ρολόι με το δικό τους. Η Franck Muller έχει ρολόγια που φτάνουν τα 736.000 δολάρια.

10.000 δολάρια κοστίζει ένα «μαρτίνι on the rock» (έρχεται στον πελάτη με ένα διαμάντι στον πυθμένα του ποτηριού) στο ξενοδοχείο Algonquin της Νέας Υόρκης.

9.000 φορές περισσότερο από τον μέσο μισθό των υπαλλήλων της Wal- Mart εισέπραττε το 2005 ο διευθυντής της αμερικανικής πολυεθνικής. Την ίδια χρονιά, η οικογένεια των ιδιοκτητών είχε περιουσία 90 δις δολαρίων, περίπου όσο το φτωχότερο 40% των Αμερικανών, δηλαδή 120 εκατομμύρια άνθρωποι.


ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΦΑΛΝΤ

Ο χρυσός γορίλας

Ο Ρίτσαρντ Φαλντ δεν είχε γίνει ακόμη ένα από τα πιο ακριβοπληρωμένα στελέχη της Γουόλ Στριτ ως διευθυντής της Lehman Brothers, όταν πήρε ένα χρήσιμο μάθημα σε καζίνο του Λας Βέγκας, παρακολουθώντας έναν παίκτη να χάνει 4 εκ. δολάρια μέσα σε λίγες ώρες. Κλασσική περίπτωση κακού τζογαδόρου με πολλά χρήματα: Κάθε φορά που έχανε, διπλασίαζε το ποντάρισμα, υπολογίζοντας ότι κάποια στιγμή η τύχη θα του χαμογελούσε, μόνο και μόνο για να οδηγηθεί στην καταστροφή. Το μάθημα του Φαλντ, όπως θα το επαλάμβανε ξανά και ξανά στους συνεργάτες του τα επόμενα χρόνια, ήταν πως η κακή τύχη μπορεί να κρατήσει περισσότερο απ’ όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Ποτέ δεν φαντάστηκε ότι κάποια μέρα θα βρισκόταν ο ίδιος να επαναλαμβάνει την ανοησία του τζογαδόρου.

Ο επονομαζόμενος και «Γορίλας της Γουόλ Στριτ» λόγω του επιβλητικού παρουσιαστικού του, ξεκίνησε την επαγγελματική του ζωή ως πιλότος της πολεμικής αεροπορίας. Γρήγορα, όμως, έθεσε εαυτόν εκτός σώματος όταν ήρθε στα χέρια με τον διοικητή του. Το συγκρουσιακό του ταπεραμέντο βρήκε διέξοδο στον άκρως ανταγωνιστικό κόσμο των χρηματιστικών επιχειρήσεων. Πιστός στρατιώτης της Lehman Brothers από το 1969, έγινε διευθυντής της το 1994.

Το 1993, η εταιρεία κατέγραφε ζημιά 109 εκ. δολάρια. Το 2007, τα κέρδη της είχαν φτάσει το ύψος- ρεκόρ των 4,2 δις. Στα χρόνια που μεσολάβησαν, ο Φαλντ κρατούσε το τιμόνι με σιδερένια πυγμή, ιδίως την 11η Σεπτεμβρίου 2001, όταν οργάνωνε αστραπιαία τη μεταφορά της εταιρείας από το φλεγόμενο, Νότιο Μανχάταν στο ξενοδοχείο «Σέρατον». Το 2006, το περιοδικό International Investor τον ανέδειξε «διευθυντή της χρονιάς». Κάτι σαν μάγος, στα μάτια των θαμώνων του Νταβός, συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης. Τον περασμένο Μάρτιο, πήρε μπόνους 22 εκ. δολάρια για τις άριστες επιδόσεις του 2007.

Ήταν στα τέλη Μαίου του 2007, όμως, που ο Φαλντ διέπραξε το πιο ασυγχώρητο, στη Γουόλ Στριτ, αμάρτημα: Αγόρασε πάνω στο ζενίθ της καμπύλης των τιμών. Ξόδεψε 15 δις (όταν η χρηματιστηριακή αξία της εταιρείας του δεν ξεπερνούσε τα 20 δις) για να αγοράσει την εταιρεία εκμετάλλευσης ακινήτων Archstone- Smith. Έναν μήνα αργότερα, έσκασε η «φούσκα» της αγοράς ακινήτων. Ο υπερφίαλος εγωισμός του Φαλντ δεν του επέτρεψε να παραδεχθεί ότι είχε πέσει έξω και να διαχειρισθεί όσο γίνεται καλύτερα τη ζημιά, με αποτέλεσμα να επιταχύνει την κατάρρευση μιας εταιρείας 158 χρόνων, για την οποία λεγόταν ότι «έχει 19 ζωές», καθώς είχε επιβιώσει στις χειρότερες θύελλες.

Πάντως, ο παλιός πιλότος μάλλον θα διασωθεί από την πτώση, καθώς φρόντισε από καιρό να εξασφαλίσει το χρυσό του αλεξίπτωτο: Μόνο το 2007, οι συνολικές απολαβές του ήταν 71,9 εκ. ενώ το αθροιστικό εισόδημα της τελευταίας πενταετίας ανέρχεται σε 354,03 εκ. Τι θα γίνει με τους 25.000 υπαλλήλους της εταιρείας, είναι βέβαια άλλο ζήτημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: