Βρισκόμαστε, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μπροστά σ΄ ένα εκπαιδευτικό παράδοξο: οι μαθητές μας "οικοδομούν" τη γνώση τους στο τρίγωνο "σχολείο-φροντιστήριο-ιδιαίτερο", "ροκανίζουν" την εφηβεία τους με "γερμανικά ωράρια" ασκήσεων και εξετάσεων, μπαζώνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό με υπέρογκα φροντιστηριακά έξοδα, κι όμως δε μαθαίνουν. Τα τελευταία χρόνια, στο Ελληνικό σχολείο, φαίνεται να «ανασυγκροτείται» ένας πρώιμος αναλφαβητισμός, μέσα σε μια γενιά που υποστηρίζεται ότι «κολυμπάει» στις δυνατότητες και τις ευκαιρίες των «υπερλεωφόρων» της πληροφορίας. Αναφερόμαστε σ΄ ένα ολοένα και αυξανόμενο τμήμα μαθητών μας που αδυνατούν να αρθρώνουν συνεχή λόγο, να ελέγχουν και να λογικοποιούν τις σκέψεις τους χωρίς χάσματα και αντιφάσεις, να κάνουν λογικές αφαιρέσεις ή να κατανοούν γραπτά κείμενα εκτός από τα υποτυπώδη, που σκοντάφτουν σε ερωτήσεις που απαιτούν κρίση. Το ζήτημα είναι πάρα πολύ σοβαρό, καθώς στη γενίκευση του φαινομένου μπορούμε να μιλήσουμε για την εφιαλτική προοπτική μιας τεχνολογικώς υπεραναπτυγμένης και παράλληλα πειθαρχημένης κοινωνίας "κατακερματισμένων ανθρώπων" - υπηκόων, ένα είδος "προσοντούχων αγραμμάτων" και αργότερα «σοφών άσχετων». Η εκπαίδευση δεν είναι μόνο μια διαδικασία απόκτησης ενός συνόλου γνώσεων αλλά πρέπει να είναι και η κριτική ανάγνωση και του κόσμου με αυτές τις γνώσεις αλλά και των γνώσεων σε σχέση με τον κόσμο. Σύμφωνα με τον Paulo Freire ο στόχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας πρέπει να βοηθάει τους μαθητευόμενους «να διαβάσουν τη λέξη και τον κόσμο ταυτόχρονα». Διαφορετικά, δημιουργούνται από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια ειδικοί που είναι «ημιαναλφάβητοι» γιατί μπορούν να «διαβάσουν τη λέξη», αλλά είναι αξιοθρήνητα ανίκανοι να διαβάσουν τον κόσμο. Είναι σε θέση να διαβάσουν τα κείμενα της ειδικότητας τους, αλλά δεν κατανοούν τον κόσμο. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι σαφή: • Ποιοι είναι οι οικονομικοί, κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί όροι που βρίσκονται στον πυρήνα αυτού του προβλήματος;• Πως η διαπίστωση της εκπαίδευσης της αμάθειας οργανώνεται από τις σειρήνες της εκπαιδευτικής τρομολαγνείας και προβάλλεται από τις κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες, γνωρίζοντας καλά τα οχυρά των νοημάτων, θέλουν να ξαναμοιράσουν την τράπουλα;Aπό την εκπαίδευση στην κατάρτισηΤο ερώτημα που «ξεκλειδώνει» την κατανόηση των μορφωτικών προτεραιοτήτων στην εποχή της «Νέας Οικονομίας» και της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, είναι: ποιες κατηγορίες εργαζομένων από την άποψη των πνευματικών ικανοτήτων, γνώσεων και δεξιοτήτων είναι απαραίτητες σήμερα για τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα και κερδοφορία του κεφαλαίου;Η τεράστια αύξηση της συγκέντρωσης και της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, καθώς και το βάθεμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δίνει τη δυνατότητα στο κεφάλαιο να οργανώνει την παραγωγή με πολύ λιγότερο υψηλά ειδικευμένο - επιστημονικό δυναμικό. Ταυτόχρονα τα σύγχρονα μέσα παραγωγής, έχοντας ενσωματώσει το τυποποιημένο κομμάτι της διανοητικής εργασίας, διευκολύνουν ακόμη περισσότερο την ελάττωση του επιστημονικού δυναμικού και την αναπλήρωσή του από ένα μαζικό στρώμα χειριστών της νέας τεχνολογίας. O πυρήνας της αντίληψης του νεοφιλελευθερισμού για την εκπαίδευση, το σχολείο, τη μόρφωση είναι ότι αυτή πρέπει να είναι άμεσα συμβατή με την αγορά και να αποτελεί τη βάση για τη δημιουργία ενός εργαζόμενου, ο οποίος θα γνωρίζει κάποιες πληροφορίες και εφαρμογές, θα μπορεί να επανεκπαιδεύεται σε νέες δεξιότητες που απαιτεί η αγορά εργασίας και να εντάσσεται έτσι στη δια βίου εκπαίδευση, η οποία είναι στην πραγματικότητα δια βίου κατάρτιση και επανακατάρτιση. Το ζητούμενο δεν είναι η σύνθεση των γνώσεων, η κατανόηση της κοινωνίας και του κόσμου, πολύ περισσότερο δεν είναι η ανάπτυξη δυνατοτήτων για την αλλαγή της κοινωνίας. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη της «εκμάθησης της μάθησης», με στόχο την επιλεκτική αξιοποίηση τεμαχισμένων γνώσεων σε συνθήκες εργασίας που αλλάζουν. Μιλάμε για την εξοικείωση του μαθητή με δεξιότητες απαραίτητες στην αγορά εργασίας, τον εφοδιασμό του με ένα “κουτί πρώτων βοηθειών” γεμάτο από βασικές γνώσεις / δεξιότητες με τις οποίες θα βγει στην αγορά εργασίας.Η μετάλλαξη της γνώσης σε πληροφορία, η αποδοχή ότι οι γνώσεις αλλάζουν κάθε λίγα χρόνια και οι πληροφορίες ακόμη ταχύτερα οδηγεί στην αφαίρεση από το σχολείο των ερμηνευτικών εργαλείων της γνώσης. Oι “μεγάλες διηγήσεις” που οδηγούσαν στη διαμόρφωση μιας συνολικής θεώρησης της φύσης και της κοινωνίας από το μαθητή δεν έχουν θέση στο σχολείο, είναι άχρηστες. Aυτό που ενδιαφέρει είναι ο μηχανιστικός χαρακτήρας της μάθησης και η γνώση βασικών πληροφοριών για τον κόσμο που ζει ο μαθητής χωρίς ερμηνευτικό πλαίσιο. Πρόκειται για το είδος της εκπαίδευσης που εφαρμόζουν και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στους εργαζόμενους τους στα κατώτατα κλιμάκια, από τους οποίους ζητούν βασικές δεξιότητες χωρίς καμία κριτική και δημιουργική σκέψη. Τα σχολεία μας και η διδασκαλία έχουν κυριαρχηθεί από την «μονοκρατορία της κουλτούρας των επιχειρήσεων». Στο σημείο αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε ευθύς εξαρχής την θέση μας : η «εκπαίδευση της αμάθειας» δεν εντάσσεται στην παθολογία της καπιταλιστικής εκπαίδευσης, δεν είναι σε καμιά περίπτωση δυσλειτουργία του αστικού σχολείου, μια «άτυχη στιγμή του συστήματος» η οποία μπορεί να επιδιορθωθεί ή να θεραπευθεί μέσα από εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Η «εκπαίδευση της αμάθειας» ανήκει στη φυσιολογία του αστικού σχολείου, αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό του, το οποίο δεν μπορεί να το αποβάλλει όσες μεταρρυθμίσεις και αν κάνει. Αν το αποβάλλει δεν θα μπορεί να λειτουργήσει καθώς δεν θα μπορεί να πραγματοποιήσει το σκοπό της στα πλαίσια του καπιταλισμού: να εκπαιδεύσει αφενός κατάλληλα τη δική της νέα γενιά, ως «συνέχεια του εαυτού της», εξοπλίζοντάς την με την ιδεολογία της και με γνώσεις και ικανότητες οι οποίες απαιτούνται για τον έλεγχο των μέσων παραγωγής και του κράτους και αφετέρου να «εκπαιδεύσει» τη νέα γενιά της εργατικής τάξης, έτσι ώστε αυτή να γίνει ικανή και πρόθυμη για εκμετάλλευση. Είναι «ζήτημα ζωής και θανάτου» του ίδιου του συστήματος η «παραγωγή» παθητικών, συναινετικών, δογματικών, υπομονετικών, εξουσιαζόμενων, άκαμπτων, συντηρητικών προσωπικοτήτων που αντιστέκονται στην αλλαγή της κοινωνίας προκειμένου να κρατήσουν ανέπαφες τις παραδοχές τους για τον κόσμο που ζουν.Φυσικά το φαινόμενο αυτό κάθε άλλο παρά έχει μόνο σχολικά αίτια. Aυτό μπορεί κανείς εύκολα να το καταλάβει όταν αναλογιστεί ποια είναι τα πρότυπα που σήμερα, στην “κοινωνία της γνώσης” και “των δικτύων”, προβάλλονται στους νέους ανθρώπους: ο ατομισμός, οι αξίες της ιδιωτικότητας, η απόρριψη της συλλογικής δράσης, η απαξίωση της συμμετοχής στα κοινά, ο αχαλίνωτος ανταγωνισμός, η λογική “ο καθένας για τον εαυτό του και ο θεός για όλους”, ο χρησιμοθηρικός χαρακτήρας της γνώσης, όλα αυτά και άλλα πολλά αποτελούν από μόνα τους τις “έξυπνες βόμβες” στα δίκτυα της μάθησης. H κρατούσα αντίληψη για την παιδεία προσπαθεί να πείσει ότι η μόνιμη και σταθερή απασχόληση ανήκει στο παρελθόν και καλεί σε συμφιλίωση με την απασχολησιμότητα. H αντίληψη αυτή επιβαρύνεται με την πρόσδοση ενός εργαλειακού χαρακτήρα στη γνώση καθώς ταυτίζει τις έννοιες “μόρφωση” και “επανεκπαίδευση” με την παροχή γνώσεων και δεξιοτήτων χρηστικού χαρακτήρα, δηλαδή, άμεσα εφαρμόσιμων στην αγορά εργασίας. Nα η ιδέα που “ξύνει” τη γνώση ως συλλογικό εργαλείο ερμηνείας και αλλαγής του κόσμου και τη μεταλλάσσει σε γνώση ως στενή εφαρμογή για την επίτευξη του ατομικού στόχου που στοιχίζεται με τις έννοιες “κόστος” - “κέρδος”. Eδώ η γνώση έχει εφαρμοσμένη και μόνο διάσταση και μετατρέπεται σε “δεξιότητα,” ενώ η σχολική ύλη είναι εξ αρχής προορισμένη για το “σκουπιδοτενεκέ” της μνήμης την επομένη των εξετάσεων.
αναδημοσίευση από alfavita.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου