[Ν. Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο]
Ενώ την Παρασκευή είναι η τελετή έναρξης, επικρατούν άθλιες συνθήκες εργασίας στους χώρους
όπου δουλεύουν παιδία...
ανθίζουν...οι παράνομες συλλήψεις...η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.¨
Οι Κινέζοι έχουν ξοδέψει πακτωλό χρημάτων για να καταφέρουν να κάνουν τον αέρα τους πιο καθαρό. Μάταια... Παρά τα 17,3 δις δολάρια που έχουν διατεθεί την τελευταία δεκαετία η καθαρότητα του αέρα προκαλεί μεγάλο προβληματισμό. Οι Κινέζοι έχουν ανακοινώσει σειρά μέτρων κατά τη διάρκεια των Αγώνων, όπως είναι το κλείσιμο εργοστασίων και ο περιορισμός της κίνησης των οχημάτων, ωστόσο, σε καμιά περίπτωση τα μέτρα αυτά δεν πρόκειται να λύσουν το πρόβλημα. Δεν είναι λίγοι οι αθλητές που είδαν το Ολυμπιακό τους όνειρο να γκρεμίζεται, καθώς ταλαιπωρούνται από προβλήματα υγείας, τα οποία δεν θα τους επιτρέψουν να δώσουν το «παρών» στο Πεκίνο. Δεκάδες άλλοι, θα χρειαστεί να
ακολουθήσουν ειδική φαρμακευτική αγωγή για να καταφέρουν να αγωνιστούν, γνωρίζοντας ότι οι επιδόσεις τους δεν θα είναι οι αναμενόμενες, λόγω του μολυσμένου αέρα, που θα δυσχεραίνει κάθε προσπάθειά τους. Δεν είναι λίγοι οι αθλητές που πάσχουν από άσθμα, μια ασθένεια ευρέως διαδεδομένη στον πλανήτη, που καταπολεμάται μόνο με την χρήση φαρμάκων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Αντζελες το 1984, το 1,7% του συνόλου των αθλητών δήλωσαν ότι πάσχουν από άσθμα και τους χορηγήθηκε η άδεια χρήσης σκευασμάτων. Ο αριθμός αυτός σταδιακά έχει αυξηθεί και στην προηγούμενη διοργάνωση της Αθήνας το 2004 έφθασε στο 7,4% του συνόλου των αθλητών. Φανταστείτε κατά πόσο θα μεγαλώσει ο αριθμός στο Πεκίνο, αφού δεν είναι λίγοι οι αθλητές που δεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα και πλέον απέκτησαν...
Υγρασία
Κι αν το κυκλοφοριακό μπορεί να επιλυθεί με την απαγόρευση της μετακίνησης των οχημάτων κατά τη διάρκεια των αγώνων, δεν γίνεται το ίδιο με την υγρασία, τα ποσοστά της οποίας αγγίζουν το 93% (!) και προβληματίζουν περισσότερο ακόμη κι απ τη μόλυνση. Χαρακτηριστικές ήταν οι δηλώσεις του Φόπε ντε Χάαν (τεχνικός της Ολυμπιακής ομάδας ποδοσφαίρου της Ολλανδίας), που είπε: «Το Ολυμπιακό στάδιο δεν φαίνεται στα... 500 μέτρα»!
Ανθρακωρύχος στην περιοχή Γιόου Φανγκ Λιάνγκ στην βορειοδυτική επαρχία Νινγκσία. Το 70% της ενέργειας της Κίνας που τροφοδοτεί την τεράστια οικονομία της προέρχεται από τον γαιάνθρακα. Στην άλλη πλευρά της ανάπτυξης ο θάνατος εκατοντάδων ατόμων που πεθαίνουν από εργατικά ατυχήματα στα ορυχεία της Κίνας
Νεκροί αγρότες : Επεισόδια σημειώθηκαν το πρωί του Σαββάτου 2/8/08 στην απομακρυσμένη επαρχία Γιούναν, όταν περίπου 1.000 άνθρωποι που εργάζονται στον πρωτογενή τομέα διαδήλωσαν εξ αιτίας μιας διένεξης για την τιμή πώλησης των προϊόντων τους, σύμφωνα με το Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και την Δημοκρατία του Χονγκ Κονγκ. Κατά τη διάρκειά τους αστυνομικοί σκότωσαν 2 ανθρώπους .
Ανθρώπινα δικαιώματα
Μέχρι τις αρχές του μήνα, οι κινεζικές Αρχές , με το πρόσχημα της πρόληψης τρομοκρατικής επίθεσης από την «Αλ Κάιντα», ανακοίνωσαν ότι συνέλαβαν από τις αρχές του χρόνου 82 άτομα στην επαρχία Σινζιάνγκ με την κατηγορία ότι σχεδίαζαν τρομοκρατικές ενέργειες ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων τον Αύγουστο. Πρόκειται για μια απομακρυσμένη περιοχή της δυτικής Κίνας, που ζουν οι Ουιγούροι Τούρκοι.
Το σίγουρο είναι ότι με πρόσχημα τις (φανταστικές ή πραγματικές, ρεαλιστικές) απειλές των φανατικών μουσουλμάνων στις δυτικές τους επαρχίες, οι Κινέζοι κάνουν επίδειξη αστυνομοκρατίας. Μόνο στο Πεκίνο ανέπτυξαν 100.000 άνδρες ένστολους, ενώ το τελευταίο δεκαπενθήμερο ανακοίνωσαν ότι απέτρεψαν επίθεση σε ποδοσφαιρικό γήπεδο στη Σαγκάη κι εξάρθρωσαν μια ντουζίνα τρομοκρατικούς πυρήνες στην επαρχία Σινγιάνγκ. Τις τελευταίες μέρες τοποθετήθηκαν ανιχνευτές μετάλλων στα τοπικά αεροδρόμια, ενώ λέγεται ότι δύο μουσουλμάνοι αυτονομιστές εκτελέστηκαν και 15 φυλακίστηκαν στην πρωτεύουσα Κασγκάρ...
Η Κίνα χρησιμοποιεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες ως "πρόσχημα" για καταπίεση, λέει η Διεθνής Αμνηστία.
«Οι αρχές χρησιμοποίησαν τους Ολυμπιακούς Αγώνες ως πρόσχημα για να συνεχίσουν, ακόμη και να εντείνουν υφιστάμενα μέτρα και πρακτικές που έχουν οδηγήσει σε πολύ εκτεταμένες παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου», εκτιμά η Αμνηστία. «Αν δεν υπάρξει μια ριζική αλλαγή από την πλευρά των αρχών, η κληρονομιά των Ολυμπιακών Αγώνων δεν θα είναι θετική για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα.»
Η Αμνηστία απαριθμεί πέντε μέτρα για τη βελτίωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα, τα οποία περιλαμβάνονται σε ανοικτή επιστολή που απηύθυνε στον κινέζο πρόεδρο Χου Τζιντάο. Η Αμνηστία καλεί την Κίνα "να απελευθερώσει το σύνολο των κρατουμένων γνώμης, να εμποδίσει την αστυνομία να προχωρεί σε αυθαίρετες συλλήψεις ανθρώπων που υπογράφουν προκηρύξεις με αιτήματα, να δημοσιοποιήσει πλήρως τις στατιστικές για τη θανατική ποινή και να εφαρμόσει ένα μορατόριουμ στις εκτελέσεις. Η Αμνηστία επιθυμεί επίσης να προσφέρει το Πεκίνο "πλήρη ελευθερία" στα μέσα ενημέρωσης και να δώσει λόγο "για όλους αυτούς που σκοτώθηκαν ή συνελήφθησαν μετά τις διαδηλώσεις του Μαρτίου 2008 στο Θιβέτ".
για άλλους όνειρο, για άλλους εφιάλτης
Του ΝΙΚΟΛΑ ΖΗΡΓΑΝΟΥ
Μία εβδομάδα πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου και ήδη η διοργάνωση χαρακτηρίζεται από την ωμή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που γίνεται από τις αρχές στο όνομα «της τάξης και της αρμονίας».
Οπως επισημαίνει η πρόσφατη έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, «η Κίνα χρησιμοποιεί τους Ολυμπιακούς Αγώνες ως πρόσχημα για να ενισχύσει την καταπίεση των υποστηρικτών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και για να αδειάσει την πρωτεύουσά της από τους ανεπιθύμητους».
*Η λαμπαδηδοδρομία για την Ολυμπιακή Φλόγα σηματοδότησε στις 24 Μαρτίου τον κύκλο των διώξεων, με επίκεντρο το Θιβέτ και την αιματηρή καταστολή των ειρηνικών εκδηλώσεων διαμαρτυρίας των θιβετιανών αυτονομιστών από δυνάμεις του στρατού και της αστυνομίας.
*Στη συνέχεια, στις 12 Μαΐου, ήρθε ο μεγάλος σεισμός στην επαρχία Σετσουάν, με 7,9 Ρίχτερ και 70.000 νεκρούς. Η τραγωδία σαν σάβανο κάλυψε τα πάντα, και τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα έπαψαν να είναι στο επίκεντρο των διεθνών ΜΜΕ.
Ομως, όταν άρχισαν να διαμαρτύρονται οι συγγενείς των χιλιάδων μαθητών και φοιτητών που χάθηκαν μέσα στα ερείπια, τη θέση της συμπόνιας πήρε και πάλι η καταστολή του κράτους.
Ο νόμος της σιωπής
Οι συγγενείς διαμαρτυρήθηκαν με διαδηλώσεις για τα «χάρτινα» σχολεία και για τους πανεπιστημιακούς κοιτώνες που κατέρρευσαν λόγω της αδηφάγου κερδοσκοπίας των εργολάβων που χρησιμοποίησαν προβληματικά υλικά στην κατασκευή τους.
Η κυβέρνηση κάλυψε το σκάνδαλο και άρχισε κύμα διώξεων ενάντια σε όσους συνέχισαν να αντιδρούν. Παρά τις αποζημιώσεις με αντίτιμο τη σιωπή, αρκετοί γονείς και καθηγητές συνέχισαν, ωστόσο, να αντιδρούν και να ζητούν τη διεξαγωγή έρευνας.
*Ο δάσκαλος Λιου Σάο Κουν, που μετέδωσε στο Διαδίκτυο φωτογραφίες από τα γκρεμισμένα σχολεία, συνελήφθη και μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο αναμόρφωσης, θυμίζοντας τις ημέρες της Πολιτιστικής Επανάστασης και της κόκκινης τρομοκρατίας. Κατηγορείται για διασπορά ψευδών ειδήσεων και υπονόμευση της κοινωνικής τάξης.
*Στις 11 Ιουνίου συνελήφθησαν ο ακτιβιστής Χουάνγκ Χσιάο Μιν και ο δημοσιογράφος Ουέι Ζεν Λινγκ, όταν προσπάθησαν να μεταβούν στην περιοχή του σεισμού. Οι αρχές απαγόρευσαν να τους επισκεφθούν συγγενείς και δικηγόροι των θυμάτων.
*Στη φυλακή οδηγήθηκε και ο δημοσιογράφος Χουάνγκ Κι, που δημιούργησε ειδικό δικτυακό τόπο για τα θύματα και φιλοξένησε την οργή των χαροκαμένων γονιών από το Σετσουάν.
*Την ίδια τύχη, για το ίδιο αδίκημα είχε και ο πανεπιστημιακός καθηγητής Ζενγκ Χονγκ Λινγκ.
*Από τις αρχές του ολυμπιακού έτους, ξεκίνησε η τελική φάση του σχεδίου που αποσκοπεί στην αποστείρωση του Πεκίνου από τα μικρόβια των διαφωνούντων και των «μη ενταγμένων στο κοινωνικό σύνολο των πολιτών».
Ζητιάνοι, αδέσποτα σκυλιά, εξαρτημένοι από ναρκωτικές ουσίες και απλοί άστεγοι, απομακρύνθηκαν βίαια από το κέντρο της πρωτεύουσας και κλείστηκαν σε προσωρινά στρατόπεδα.
*Αλλοι, ύποπτοι για πολιτική ανυπακοή, είχαν χειρότερη μοίρα: Συνελήφθησαν με βάση ειδική νομοθεσία, φυλακίστηκαν χωρίς δικαίωμα υπεράσπισης, χάθηκαν από προσώπου γης.
Δικηγόροι υπό περιορισμό
Στο στόχαστρο των κρατικών αρχών μπήκαν όχι μόνο οι ύποπτοι ακτιβιστές, αλλά και, με ιδιαίτερη έμφαση, οι δικηγόροι υπερασπιστές κατηγορουμένων για πολιτικά εγκλήματα.
*Τρεις δικηγόροι που πήραν μέρος στις 3 Ιουνίου στη συγκέντρωση μνήμης για τη σφαγή στην πλατεία Τιέν Αν Μεν τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό.
*Στις 12 Ιουλίου ανακρίθηκε ο δικηγόρος Ζενγκ Εν Κονγκ, από την Σαγκάη, γιατί έδωσε συνέντευξη σχετικά με την κατάσταση στο Θιβέτ. Στη συνέχεια, άγνωστοι τον ξυλοκόπησαν και τον «συμβούλευσαν» να κοιτάει μόνο τη δουλειά του. Ο Ζενγκ βρίσκεται σήμερα σε κατ' οίκον περιορισμό. Ηταν επίσης συνήγορος των κατοίκων της Σαγκάης που διαμαρτύρονται για τις υποτιμημένες και υποχρεωτικές απαλλοτριώσεις γης για να κατασκευαστεί μια νέα υπερταχεία σιδηροδρομική γραμμή.
*Σε δίκη με προδιαγεγραμμένη καταδίκη οδηγείται η δικηγόρος Νι Γιου Λαν, η οποία υπερασπίζεται τους χιλιάδες πολίτες του Πεκίνου που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους για να προωθηθούν οικιστικά σχέδια που σχετίζονται με τους Αγώνες.
Η Νι είναι προσωρινά κρατούμενη και αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα κινητικότητας μετά τον άγριο ξυλοδαρμό της από αστυνομικούς, το 2002.
*Τον Μάρτιο εξαφανίστηκε ο δικηγόρος και λέκτορας Πολιτικών Επιστημών Τενγκ Μπιάο, 34 ετών, ο οποίος υπερασπιζόταν θιβετιανούς κρατούμενους αλλά και έναν από τους πιο διάσημους κινέζους αντιφρονούντες, τον τυφλό δικηγόρο Τσενγκ Γκουάνγκ Τσενγκ.
*Ο Τσενγκ εκτίει ποινή τεσσάρων ετών γιατί είχε αποκαλύψει στο παρελθόν τις υποχρεωτικές αμβλώσεις και τη βία των αρχών κατά των γυναικών που εγκυμονούσαν κατά παράβαση της νομοθεσίας για το «ένα παιδί».
*Οι εκκαθαρίσεις και οι διώξεις που γίνονται στην Κίνα με πρόσχημα τους Ολυμπιακούς Αγώνες σημαδεύουν ανεξίτηλα την αθλητική διοργάνωση του Πεκίνου που δεν προσβάλλει μόνο το ολυμπιακό πνεύμα, αλλά αποτελεί όνειδος για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
*Την ώρα που θα συντρίβονται τα παγκόμσια ρεκόρ από ντοπαρισμένους σούπερμαν κάτω από τις σημαίες πολεθνικών χορηγών, χιλιάδες κινέζοι πολιτικοί κρατούμενοι θα ανυπομονούν να τελειώσει η Ολυμπιακή φιέστα, εξαιτίας της οποίας αυξήθηκαν τα βάσανά τους.
πηγή ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Η ΚΙΝΑ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ
Το ιδεόγραμμα του ταξιδιώτη
πηγή : www.iospress.gr
Επί δεκαετίες, ολόκληρες οι αφηγήσεις όσων επέστρεφαν από τη μακρινή Κίνα αποτελούσαν το πιο ενδιαφέρον (και συνάμα εξωτικό) τμήμα της ταξιδιωτικής φιλολογίας που αφορούσε τις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού».
Αντίθετα με την ΕΣΣΔ και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπου το γλωσσικό φράγμα ήταν σαφώς μικρότερο κι οι πολιτισμικοί κώδικες αρκετά οικείοι, εδώ οι αντικειμενικές συνθήκες καθιστούσαν σχεδόν αδύνατη την επαφή του ταξιδιώτη με την ευρύτερη κινέζικη κοινωνία, περιορίζοντας την πληροφόρησή του σε όσα ήθελαν οι οικοδεσπότες του να μάθει.
Το γλίστριμα των αφηγήσεων λοιπόν στον εξωτισμό ή στην κάθε είδους μυθοποίηση ήταν εξαιρετικά εύκολο, αν όχι και σχεδόν μοιραίο.
Ταυτόχρονα, η σύγκριση με τη γενικευμένη αθλιότητα και τις σοκαριστικές αντιθέσεις των γειτονικών ασιατικών χωρών, απ' τις οποίες περνούσε συνήθως ο επισκέπτης, λειτουργούσε ως το ισχυρότερο επιχείρημα υπέρ των επιλογών της «κόκκινης Κίνας».
Η εικόνα αυτή κάθε άλλο παρά αναλλοίωτη έμεινε όμως στο χρόνο. Οι τρικυμιώδεις διακυμάνσεις της πρόσφατης κινεζικής ιστορίας, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες πολιτικοϊδεολογικές μεταβολές στην ευρύτερη Δύση και την καθ' ημάς Ανατολή, έχουν απεναντίας αφήσει έντονα τα σημάδια τους στις σχετικές αφηγήσεις.
Μια επίσκεψη στην Κίνα δεν ήταν εύκολο πράγμα τα μετεμφυλιακά (για εμάς) και μετεπαναστατικά (για εκείνους) χρόνια. Το 1954, π.χ., ακόμη κι η απλή έκδοση ενός βιβλίου του Μάο για τον κινεζικό εμφύλιο έστειλε στο στρατοδικείο τον επιμελητή Τ. Βουρνά για παράβαση του Ν. 509.
Η αρχή έγινε μόλις το 1956, από μία αντιπροσωπεία αριστερών και κεντρώων προσωπικοτήτων. Με την «κομμουνιστική προπαγάνδα» εκτός νόμου, οι παρατηρήσεις τους για όσα είδαν ήταν φυσικό να καταφύγουν σε περιφραστικά σχήματα.
Πατριωτισμός και «δυτικοποίηση»
«Είτε το θέλουμε είτε όχι», έγραφε χαρακτηριστικά ο Ηλίας Τσιριμώκος, «αυτό που συντελείται εις την Κίνα πρέπει να ονομασθεί "δυτικοποίηση". Και στον υλικό και στον πνευματικό τομέα, η Κίνα θέλει να καταλάβει τη Δύση και να επωφεληθεί από τις προόδους της». Με άλλα λόγια, η «εποχή που ο Αυτοκράτωρ της Κίνας έκλεινε όχι μόνο τις πόρτες της χώρας αλλά και τα δικά του μάτια» είχε παρέλθει πια ανεπιστρεπτί («Αθηναϊκή» 17.10.56).
Ενα χρόνο μετά, ο Νίκος Καζαντζάκης θα διαπιστώσει κι αυτός τη συρρίκνωση της ανατολίτικης «διαφορετικότητας». Εχοντας ξαναεπισκεφτεί τη χώρα το 1935, η ματιά του διέκρινε τις αλλαγές που έφερε η επανάσταση: «Πόσο άλλαξε, χάλασε το Πεκίνο! Οχι λαντέρνες (φανάρια) πια και πολύβουο κίτρινο πλήθος. Ηλεχτρικά, αμερικανοποίηση, όλες πια οι πολιτείες εξευτελίστηκαν» («Ταξιδεύοντας. Κίνα - Ιαπωνία», Αθήνα 2002, σ. 257-8).
Η πρώτη αυτή ενόχληση του κρητικού λογοτέχνη θα μετατραπεί, όμως, αρκετά γρήγορα σε ενθουσιασμό για το νέο καθεστώς. Το διαπιστώνουμε από τις ανεπεξέργαστες σημειώσεις του, με τη σύγκριση ανάμεσα στην προπολεμική και τη Νέα Κίνα:
«1) Τότε: ακαθαρσία, αρρώστιες ενδημικές, οχετοί ανοιχτοί, βρομούσαν οι δρόμοι, κουρελήδες, ζητιάνοι ενοχλητικοί κι επικίντυνοι. Αναρχία πολιτική, εμφύλιοι σπαραγμοί. Διαφθορά στην κυβέρνηση. Αγραμματοσύνη, φτώχεια, φεουδαρχία.
2) Τώρα: καθαριότητα στους δρόμους, στους σιδηρόδρομους, στα ρούχα... Οχι αρρώστειες, όχι μύγες, ποντίκια... Οχι ζητιάνοι.
Κυβέρνηση ισχυρή, πειθαρχημένη.
Οι κυβερνήτες = απόστολοι, καμιά σπατάλη, καμιά πολυτέλεια. Ασκητικοί» (όπ.π., σ. 342).
Το πλούσιο ιστορικό παρελθόν των δύο χωρών και τα ανοιχτά εθνικά ζητήματα της εποχής θα προσφέρουν στους μη κομμουνιστές επισκέπτες ένα δεύτερο πεδίο ταύτισης: «Τρεις χώρες με αρχαίο πολιτισμό έχουν ανοιχτά ανάλογα ζητήματα» εθνικής ολοκλήρωσης, δηλώνει χαρακτηριστικά ο Τσου Ενλάι στην αντιπροσωπεία του 1956. «Η Ελλάδα την Κύπρο, η Αίγυπτος το Σουέζ και η Κίνα το Ταϊβάν».
Κι ο Τσιριμώκος, που καταγράφει τη στιχομυθία, εξηγεί: «Σε καμιά στιγμή της ιστορίας της, η Κίνα δεν είχε την εθνική ενότητα και την εθνική συνείδηση που έχει τώρα. Οπως η συνείδησις του Νέου Ελληνισμού σχηματίζεται μετά την Αλωση της Κωνσταντινουπόλεως, η συνείδησις της Νέας Κίνας σχηματίζεται διαμέσου των ταπεινώσεων του 19ου αιώνος, των εισβολών των δυτικών και του πολέμου κατά των Ιαπώνων. Σήμερα, η εθνική συνείδησις είναι το βασικό στοιχείο της νέας κινεζικής πραγματικότητος. Λουτρόν αληθινού πατριωτισμού αποτελεί η επαφή με την Κίνα».
Δεν νιώθουν, ωστόσο, όλοι οι επισκέπτες τα ίδια συναισθήματα. Για τον Πέτρο Χάρη, «η Κίνα αυτή τη στιγμή είναι ένα πελώριο στρατόπεδο εργασίας, όπου ο εργάτης ή ο εργαζόμενος δεν μπορεί να υπολογίζει στην επιείκεια, δεν έχει πρωτοβουλίες και μόνο μόχθο μπορεί να προσφέρει» («Η Κίνα έξω από τα τείχη», Φέξης 1961, σ.81-2). Στην καθαριότητα των δημόσιων χώρων, ο ίδιος αντπαραθέτει το συνωστισμό και τη βρόμα των ιδιωτικών κατοικιών (σ. 83-4), ενώ στα πρόσωπα της νεολαίας βλέπει «έναν φανατισμό, που μπορεί να είναι ευλογία θεού, δύναμη ευεργετική γι' αυτόν τον τόπο, μα δεν αποκλείεται να γίνει και κίνδυνος μέγας, κίνδυνος για την Κίνα και για όλο τον άλλο κόσμο» (σ. 135).
Η ταύτισή του με «την ήπειρό μας, τον πολιτισμό μας και τη ράτσα μας» (σ. 214) είναι άλλωστε τέτοια, που εσωτερικεύει τραυματικά κάθε κριτική του ημιαποικιακού παρελθόντος:
«Περάσαμε και δυο ώρες δοκιμασίας πολύ οδυνηρής στη Σαγκάη. Ηταν στην προβολή ενός καλού κινεζικού φιλμ, που δείχνει τον πόλεμο του οπίου, τον πόλεμο του 1848. Η προβολή έγινε μόνο για τη μικρή μας συντροφιά, σε μιαν αίθουσα κινηματογράφου αντίκρυ στο ξενοδοχείο μας. Και τη ντροπή από την επιμονή των Ευρωπαίων να μείνει ανεμπόδιστη η εισαγωγή του δηλητηρίου στην Κίνα κι από τον πόλεμο που επροκάλεσε η επιμονή αυτή, την αισθανόμουνα πολύ μεγάλη μέσα στο σκοτάδι. Κι όταν τέλειωσε το φιλμ κι άναψαν τα φώτα, δεν είχα μάτια να κοιτάξω τους Κινέζους» (σ. 137).
Κίνα κινέζων ασκητών
Η επόμενη τομή στην κινεζική ιστορία ήρθε το 1966, με το ξέσπασμα της Πολιτιστικής Επανάστασης. Οι εξελίξεις στη χώρα μας και το πραξικόπημα του 1967 δεν επέτρεψαν, απ' όσο τουλάχιστον γνωρίζουμε, την οργανωμένη επαφή συμπατριωτών μας μ' αυτή τη δεύτερη επαναστατική εμπειρία.
Οι πόρτες της Κίνας θα ξανανοίξουν έτσι μόλις το 1973, με την επίσημη επίσκεψη εκεί του «οικονομικού εγκεφάλου» της χούντας Νικολάου Μακαρέζου. Οι δημοσιογράφοι της συνοδείας του (απ' την οποία αποκλείστηκε η δεξιά πλην αντιχουντική «Βραδυνή») είναι οι πρώτοι που θα παραβιάσουν το μυστηριώδες «παραπέτασμα από μπαμπού» χάριν του αναγνωριστικού τους κοινού.
«Φαντασθήτε μια χώρα χωρίς φόρους, χωρίς σεξ, χωρίς καφενεία, χωρίς διαφημίσεις, χωρίς νυχτερινή ζωή - χωρίς καμιά απολύτως από τις προκλήσεις της καταναλωτικής κοινωνίας της εποχής μας», γράφει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο Σταύρος Ψυχάρης (3.6.1973). «Αυτή είναι η Κίνα του 1973. Η πιο αινιγματική χώρα των καιρών μας». Σύμφωνα με τον τίτλο του άρθρου, πρόκειται άλλωστε για «ένα κόκκινο αίνιγμα με οκτακόσια εκατομμύρια γαλάζια μυρμήγκια».
«Το πλήθος των τεχνιτών που εργάζονται εδώ σου δημιουργεί την εντύπωση ότι περισσεύουν πολλοί», σημειώνει ο ίδιος λακωνικά για την αυτοκινητοβιομηχανία του Πεκίνου.
Εντυπωσιασμένος δηλώνει αντίθετα, από την επίσκεψη σε μονάδα του κινεζικού στρατού. Η Λέσχη της «είναι πραγματικά ένας ναός προπαγάνδας», οι θάλαμοι «λάμπουν από καθαριότητα», οι δε στρατιώτες «μοιάζουν ρομπότ. Ζητωκραυγάζουν υπέρ του Μάο (χειροκροτούν και την επίσημη ελληνική αντιπροσωπεία) και φαίνονται έτοιμοι να πέσουν στη φωτιά...».
Κατά τα άλλα, «σε όλο το Πεκίνο των 8.000.000 κατοίκων δεν υπάρχει ούτε ένα νυχτερινό κέντρο. Δεν υπάρχουν ζαχαροπλαστεία και κέντρα διασκεδάσεως. Και φυσικά, είναι ανύπαρκτα τα γνωστά "σπίτια" ασκήσεως του αρχαιότερου επαγγέλματος. Ο Ευρωπαίος που θα βρεθεί στο Πεκίνο, πρέπει να το πάρει απόφαση: το βράδυ ύπνος από νωρίς». Η τραυματική αυτή εμπειρία επανέρχεται διαρκώς: «Ασκητική η ζωή για τους Κινέζους. Υποχρεωτικός και για τους ξένους ο ασκητισμός».
Οι δρόμοι της Κίνας
Λιγότερο εξομολογητικός, ο Παύλος Καμβύσης της «Ακροπόλεως» εστιάζει στο κυκλοφοριακό: «Οι κινεζικοί δρόμοι είναι αναμφισβήτητα ο παράδεισος των οδηγών, οι οποίοι κυκλοφορούν ανέτως, γρήγορα και έχουν όσο χώρο θέλουν για πάρκινγκ». Ετσι κι αλλιώς, «από όλα τα αυτοκίνητα, κυριαρχούν τα φορτηγά. Δεν μπόρεσα, όμως, να καταλάβω πόσα από αυτά ήσαν στρατιωτικά και πόσα όχι. Φαίνεται πάντως ότι και τα στρατιωτικά χρησιμοποιούνται συχνά σε όχι στρατιωτικές εργασίες. Συμβαίνει, δηλαδή, πιθανώς, ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα με τις μονάδες των ΜΟΜΑ, όπου ο στρατός βοηθεί στο έργο της ανοικοδομήσεως και της κατασκευής μεγάλων δημοσίων έργων» (3.6.1973).
Πιο επίσημος, ο απεσταλμένος του «Ελεύθερου Κόσμου» Ευθ. Παπαγεωργίου θ' αναζητήσει τέλος διακριτικά κάποιες αναλογίες μεταξύ των επίσημων συνομιλητών: «Είχε τελειώσει μια βραδινή σύσκεψη για τα οικονομικά θέματα και ο αντιπρόεδρος της κινεζικής κυβερνήσεως κ. Λι Σιεν Νιεν άρχισε να αυτοβιογραφείται. Είπε στον κ. Μακαρέζο ότι είχεν υπηρετήσει στο στρατό έως το 1959, οπότε εκλήθη να αναλάβη κυβερνητικές ευθύνες. Ηταν μια προσωπική "εξομολόγηση" που προφανώς απέβλεπε να δημιουργηθεί ατμόσφαιρα» (31.5.1973).
Η πανηγυρική «φιλία» της κινεζικής ηγεσίας με το κομμουνιστοφάγο καθεστώς της Αθήνας δύσκολα μπορούσε άλλωστε να περάσει εντελώς ασχολίαστη. Αναφερόμενο στην επίσημη πρόποση της χουντικής αντιπροσωπείας («υπέρ του Μάο, του μεγάλου ηγέτη και οδηγού του κινεζικού λαού»), το «Βήμα» αναρωτιόταν έτσι χαμηλόφωνα «τι θα συνέβαινε, αν κάποιος υπήκοος της κυβερνήσεως είχε την ατυχή έμπνευση να επαναλάβη την φράση, πίνοντας με φίλους του σε μια ταβέρνα...» (25.5.73). Το ερώτημα δεν ήταν ρητορικό: το πρωτοσέλιδο της ίδιας ημέρας μας πληροφορεί για τη σύλληψη και παραπομπή στη Δικαιοσύνη οκτώ μελών της μαοϊκής φοιτητικής παράταξης ΑΑΣΠΕ...
Εντελώς διαφορετική εικόνα επικράτησε μετά τη Μεταπολίτευση του 1974. Η ελευθερία της έκφρασης, η μαζικοποίηση της αριστεράς, η κρίση του δυτικού μοντέλου και -κυρίως- το πρωτόγνωρο κύρος των «σοσιαλιστικών χωρών» στην ελληνική κοινωνία ενθαρρύνουν μια προέγγιση της μακρινής Κίνας που νομιμοποιεί κάθε είδους μυθολογία. Από κεντρώα έντυπα, η χώρα του Μάο προβάλλεται σαν πρότυπο σε διάφορους τομείς, όπως η... αντισεισμική προστασία.
Αναμενόμενος, λοιπόν, ο ενθουσιασμός όσων φτάνουν εκεί ως οπαδοί του «κινέζικου δρόμου». «Ενα ταξίδι σήμερα στην Κίνα δεν μπορεί να 'χει την συνηθισμένη έννοια μιας τουριστικής περιοδείας», ξεκαθαρίζει στο βιβλίο του ο Πέτρος Κουρόπουλος, επισκέπτης της χώρας τον Οκτώβριο του 1975. «Η ζωή εκεί ξετυλίγεται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε απαιτεί καθολική την τοποθέτηση του επισκέπτη. Τον βυθίζει μονομιάς σε κατάσταση επαναστατική» («Επίσκεψη στην Κίνα», «Κέδρος» 1976, σ. 7).
Η αφήγησή του καταγράφει τα δρομολόγια των ταξιδιωτών της ύστερης μαοϊκής περιόδου: εργοστάσια κάθε λογής, αγροτικές κοινότητες και καθόλου μνημεία του «φεουδαρχικού-ημιαποικιακού» παρελθόντος.
Για τη ματιά του στρατευμένου προσκυνητή, όλα είναι υπέροχα: «Πολύ θα δυσκολευτεί κανείς να βρει αλήτη. Χίπηδες, ναρκομανείς, μέθυσοι ή ζητιάνοι είναι άφαντοι. [...] Τα παρουσιαστικά είναι καθαρά, νοικοκυρεμένα, οι εκφράσεις υπεύθυνες. Δεν είναι ο φόβος του αστυνόμου που το καταφέρνει αυτό. Είναι η πίεση της εργατικής τάξης με τον ιδεολογικό αγώνα που ασκεί. [...] Εργατικές επιτροπές προπαγάνδας παντού. Αγωνίζονται για την επιβολή εργατικής νοοτροπίας ακόμα και στα σχολεία» (σ. 14-15). «Αντίθετα με τη νεολαία στη Δύση, τα παιδιά στην Κίνα είναι ευτυχισμένα, είναι υπερήφανα για την κοινωνία όπου μεγαλώνουν» (σ. 17). Ακόμη και μια παλάντζα με ανθρώπινα σκατά που προορίζονται για λίπασμα, έχει κι αυτή τη χάρη της: «η ταπεινή της χρήση δεν είχε εμποδίσει τον τεχνίτη να την φτιάξει αριστοτεχνικά, με αγάπη» (σ. 35).
Εξίσου ενθουσιώδη αλλά σαφώς πιο προβληματισμένη περιγραφή συναντάμε στο βιβλίο «Τι είδα στην Κίνα» του ελληνοκαναδού καθηγητή Λευτέρη Σταυριανού (Κάλβος 1976), που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της μεταπολιτευτικής γενιάς για το μαοϊκό πείραμα. Ταξιδιώτης του 1972, ο συγγραφέας σκιαγραφεί τη νέα κοινωνία που οικοδομούνταν με την κατάργηση της αντίθεσης χειρωνακτικής - διανοητικής εργασίας, την αμφισβήτηση των «ειδικών» και την επιβολή της πιο απόλυτης ισότητας.
Χαρακτηριστικό δείγμα, η αναφορά του στον υπεύθυνο της πρότυπης κομμούνας του Τατσάι, μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΚ και κάμποσων περιφεριακών οργάνων: «Η σημασία της καριέρας του Τσεν δεν βρίσκεται στο ότι ένας αγρότης είχε φτάσει στα ανώτατα αξιώματα -όχι και τόσο σπάνιο επίτευγμα σε κομμουνιστικές κοινωνίες- αλλά μάλλον στο ότι και αφού έφτασε, δεν έπαψε να είναι αγρότης. Και τις πέντε μέρες που έμεινα στο Τατσάι τον έβλεπα να δουλεύει στα χωράφια» (σ. 89).
Το καταναλωτικό μέλλον
Ο μεγάλος Τιμονιέρης πέθανε το 1976 κι οι διάδοχοί του εγκατέλειψαν την προσπάθεια οικοδόμησης μιας αυθεντικά κομμουνιστικής κοινωνίας. Στο εξής, οι έλληνες επισκέπτες θα καταγράψουν τη σταδιακή μετατόπιση προς ένα «αναπτυξιακό» μοντέλο που συνδυάζει τον άγριο καπιταλισμό με τη σιδερένια στρατοκρατία ενός μονοκομματικού καθεστώτος.
Σημείο τομής αποτελεί η επίσκεψη 5 δημοσιογράφων με πρόσκληση του πρακτορείου «Νέα Κίνα», την άνοιξη του 1978: «Οπου κι αν ταξιδέψαμε», θυμάται ένα μέλος της ομάδας, «η λιτότητα, που βρισκόταν πολύ κοντά στην ένδεια, ήταν ορατή διά γυμνού οφθαλμού. Η κομματική προπαγάνδα την επαινούσε ως υπέρτατη αγωνιστική αρετή και έμοιαζε πραγματικά σαν ιεραποστολικό κήρυγμα που στηλίτευε τον καταναλωτισμό και την ευμάρειά μας» (Μαρία Καραβία, «Λαϊκή Κίνα. Εικονογραφημένο οδοιπορικό», «Αγρα» 2002, σ. 7).
Μία δεκαετία μετά, ένα άλλο μέλος της αποστολής, ο Βασίλης Νικολόπουλος, καταγράφει τις ενδιάμεσες αλλαγές: «Κάνοντας σύγκριση με το 1978, μπορώ να πω ότι στο ντύσιμο των Κινέζων έχει γίνει άλλη μία επανάσταση. Οι βιτρίνες των καταστημάτων δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από οποιαδήποτε βιτρίνα μαγαζιού δυτικής χώρας. Και οι επιδείξεις μόδας με μανεκέν ωραιότατες Κινεζούλες έγιναν κι εκεί ρουτίνα. Πάντως, η δουλειά του μανεκέν είναι από τα πιο προσοδοφόρα επαγγέλματα» («Τα Νέα» 9.12.1987).
Τα πρότυπα τείνουν άλλωστε να ομογενοποιηθούν, ανεξαρτήτως ιδεολογιών. Εν έτει 1988, η απεσταλμένη του «Ριζοσπάστη» Ευγενία Λουπάκη θα επικεντρώσει λ.χ. το ρεπορτάζ της (30.4.1988) στα τουριστικά αξιοθέατα και τα μικρά δράματα του ταξιδιώτη:
«Νύχτα. Το Πεκίνο ανεμοδαρμένο και σιωπηλό. Δεν υπάρχει τίποτα να κάνουμε μετά τις 11. Η τηλεόραση κλείνει στις 10.30-11. Το τεράστιο "Κεντάκι Φριντ Τσίκεν", το μεγαλύτερο φαστφουντάδικο του κόσμου, κλείνει απ' τις 9.30». Στο Σιαν, αντίθετα, την κατάσταση σώζει «το "θαύμα" της μικρής ιδιωτικής πρωτοβουλίας, που στήνει μέχρι τις 3 τα ξημερώματα πάγκους και τραπεζάκια έξω, μαγειρεύοντας επιτόπου κινέζικες λιχουδιές».
Στη Σαγκάη, τέλος, το πρωινό «καταναλώνεται με δύο επισκέψεις. Στο εργοστάσιο πολύτιμων λίθων και στο εργοστάσιο μεταξωτών υφασμάτων», με «μια εντυπωσιακή επίδειξη μόδας».
«Στην αγορά μπορείς να βρεις τα πάντα, σε όλες τις μορφές και όλες τις τιμές», αναφωνεί απ' την πλευρά του με ενθουσιασμό ο Γιάννης Πρετεντέρης. «Τα μικρεμπόρια και τα μεγαλεμπόρια ξεχειλίζουν από προϊόντα. Ενας λαός εμπόρων ξαναβρήκε τον εαυτό του» («Βήμα» 15.6.1997).
Σκεπτικότερος, ο Δημήτρης Μητρόπουλος επισημαίνει ότι «το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών είναι ορατό. Εύποροι νεαροί Κινέζοι πίνουν γερμανικό ζύθο και απολαμβάνουν λουκάνικα στη μπιραρία Paulaner Broihaus, ενώ φιλιππινέζες αοιδοί τραγουδούν "bessa me mucho" σε σπασμένα ισπανικά. Απ' έξω, μικρά παιδιά ζητιανεύουν στα κουνούπια. Ανάλογη εικόνα στο Hard Rock Cafe, όπου ανθεί η πορνεία και χτυπούν διαρκώς τα κινητά» («Βήμα» 14.6.1998).
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται κι ο συνταξιδιώτης του, Δημήτρης Καστριώτης: «Το κομματικό σφυροδρέπανο στο παμπρίζ της "Λίνκολν" (!) ενός γιατρού-επιχειρηματία ενισχύει τα ερωτηματικά για τις οικονομικές προτεραιότητες. Ο αυταρχισμός του Μάο απέβλεπε στη διατροφή των εκατομμυρίων. Αν αυτό δεν αρκεί ως δικαίωση, ποια δικαίωση θα βρει ένας αυταρχισμός που απολήγει στον πλουτισμό των λίγων;». Ο ίδιος παραθέτει ένα ποιηματάκι, που αποτυπώνει την οπτική των χαμένων του αναπτυξιακού άλματος: «Ο Μάο μάς έδωσε μια ατσάλινη κούπα ρύζι. Ο Ντενγκ της άνοιξε μία τρύπα. Και τώρα ήρθε ο Ζιάνγκ Ζεμίν, για να την κάνει θρύψαλα» («Καθημερινή» 14.6.1998).
Αυτό στο οποίο έτσι κι αλλιώς όλοι συμφωνούν, είναι η απουσία πραγματικής επικοινωνίας με τον πληθυσμό.
«Εκτός ξενοδοχείων, ανύπαρκτοι είναι οι Κινέζοι που μπορούν να μεταδώσουν κάποια πληροφορία σε ξένη γλώσσα», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Ψυχογιός. «Η επιγραφή πάνω στον τοίχο είναι διαφήμιση ή πολιτικό σύνθημα; Η κινέζικη "επικράτεια των σημείων" είναι απροσπέλαστη» («Βήμα» 29.10.1995).
Η επιμέρους ψυχοσύνθεση κάθε επισκέπτη καθορίζει, πάντως, σε μεγάλο βαθμό την οπτική του.
Μέλος της Εθνικής Ενωσης Ελλήνων Λογοτεχνών, φιλοξενούμενος του αντίστοιχου κινέζικου συνδέσμου, ο αξιωματικός ε.α. Νίκος Σταθάκης εκστασιάζεται μπροστά στους πήλινους στρατιώτες του Σιάν κι ανησυχεί για το μέλλον της παραχαϊδεμένης κινεζικής νέας γενιάς. Μεγάλο μέρος του βραβευμένου απ' την Ακαδημία Αθηνών οδοιπορικού του, άλλωστε, τα διαδοχικά καψόνια στα οποία υπέβαλε τη χαριτωμένη ξεναγό του («Πολιτιστική Οδύσσεια στην Κίνα του 1994», Αθήνα 1994).
Η ώρα των χορηγών
Μετά το 2004, και ενόψει της επερχόμενης Ολυμπιάδας, οι δημοσιογραφικές επισκέψεις στην Κίνα παίρνουν τη μορφή χιονοστιβάδας. Με δεδομένα πλέον τα χαρακτηριστικά του κινέζικου καπιταλισμού και ντεμοντέ τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα (πόσω μάλλον τα κοινωνικά) δικαιώματα, τον τόνο τον δίνουν πια οι ύμνοι προς το «αναπτυξιακό θαύμα» της αναδυόμενης υπερδύναμης, του «κίτρινου γίγαντα».
Υπάρχει, άλλωστε, μια δομική αλλαγή που πρέπει να επισημανθεί: οργανωτής των «ενημερωτικών» αυτών ταξιδιών δεν είναι πια μονάχα το κινεζικό κράτος, αλλά και καθαρά ιδιωτικοί φορείς, με συμφέροντα στην αχανή τοπική αγορά. Το φθινόπωρο π.χ. του 2005, οικοδεσπότης μιας ομάδας ελλήνων δημοσιογράφων δεν ήταν άλλος από την... Coca Cola, με την ιδιότητά της του ολυμπιακού χορηγού.
Τα υπόλοιπα, στις μικρές μας οθόνες...
Ο καλύτερος μεζές του ανθρώπου
Χωρίς αμφιβολία, μία από τις χαρακτηριστικότερες πλευρές των οδοιπορικών περί Κίνας είναι αυτή που αφορά την τοπική κουζίνα. Η πάπια του Πεκίνου και η συνοδεία της κλέβουν ουκ ολίγες φορές την παράσταση, ενώ κάποιες φορές τα ρεπορτάζ μετατρέπονται σε ταινίες τρόμου για τον ζωόφιλο αναγνώστη.
Ο Πέτρος Χάρης αφιερώνει λ.χ. κάμποσες σελίδες του βιβλίου του στις εξωτικές λεπτομέρειες των γευμάτων του: «Δεν ξέρω αν δοκίμασα αβγά περιστεριών, έφαγα όμως χείλη καρχαρία. Και πρέπει να πω ότι ήξερα πως έτρωγα καρχαρία, καρχαρία που τον είχαν ψαρέψει στον Ειρηνικό, και να ομολογήσω πως τον βρήκα, νοστιμότατο» (σ. 65).
Μάλλον από απλή άγνοια, η διαπίστωση της απουσίας σκύλων και γάτων από τους δρόμους των πόλεων παρατίθεται απ' το συγγραφέα σε διαφορετικό κεφάλαιο (σ. 49-50). Στις επίμονες σχετικές ερωτήσεις του ίδιου, οι συνοδοί τους θα προτιμήσουν, άλλωστε, να φορτώσουν την εξαφάνιση... στο βιολογικό πόλεμο των Αμερικανών, που επέβαλε την απομάκρυνση των αδέσποτων απ' τους δημόσιους χώρους.
Εντελώς διαφορετική (και μάλλον αυθεντικότερη) απάντηση στο ερώτημα δίνει ωστόσο η περιγραφή της λαϊκής αγοράς της Καντόνας από το Βασίλη Νικολόπουλο («Τα Νέα» 10.12.1987): «Αποτελεί κάτι το σύνηθες το θέαμα γδαρμένων σκυλιών που κρέμονται στα τσιγκέλια. Δεν ξέρω αν έχω προκατάληψη -ή μάλλον έχω φυσικά- αλλά εκείνο το άσπρο, κάτασπρο κρέας του σκύλου και της γάτας στους πάγκους μου έφερνε αναγούλα. Αλλά αίσθημα ναυτίας είχα και όταν έβλεπα δεκάδες πανέμορφες γάτες μέσα σε συρμάτινα ή πλεχτά κλουβιά να περιμένουν τους αγοραστές τους. Τα συμπαθέστατα ζωάκια κοίταζαν με ένα βλέμμα γεμάτο παράπονο, λες και ήξεραν ότι προορίζονται για το τσουκάλι».
Ακολουθεί, στο ίδιο ρεπορτάζ, η εξωτική και συνάμα γκραν γκινιόλ περιγραφή της προετοιμασίας κάποιων άλλων πιάτων: «Ολα πουλιούνται ζωντανά. Τα πολύ μεγάλα ψάρια στα τεμαχίζουν ζωντανά μπροστά σου και για πρώτη φορά είδα καρδιά ψαριού να πάλλει πολλή ώρα αφού ο πελάτης είχε φύγει με το μισό κομμάτι του. Εκείνο όμως που όχι απλώς σε ξενίζει αλλά σου φέρνει ανατριχίλα, είναι το θέαμα της πώλησης ζωντανών φιδιών για φάγωμα. Οι πωλητές, για να διευκολύνουν τους αγοραστές, τα γδέρνουν ζωντανά μπροστά τους και τα καθαρίζουν από τα εντόσθιά τους. Είδα Κινέζο πωλητή φιδιών να το κρατάει από το κεφάλι, να το χαράζει απαλά με το μαχαίρι του γύρω από το λαιμό και με μια δεξιοτεχνική κίνηση να του βγάζει όλο το δέρμα. Ακολούθησε το ανατριχιαστικότερο θέαμα που μπορεί να φαντασθεί κανείς. Το κουλούριασμα του γδαρμένου πλέον σώματος του φιδιού. [...] Κανείς από τους χιλιάδες συναλλασσόμενους δεν φαίνεται να ταράζεται από το θέαμα, που επαναλαμβάνεται σχεδόν σε κάθε του βήμα».
Μακριά απ' όλα αυτά, ο Σταύρος Ψυχάρης θα περιοριστεί σε προβληματισμούς για τις επιπτώσεις της τοπικής κουζίνας στη σιλουέτα: «Μπορεί να έχει κανείς τις αντιρρήσεις του για μερικά από τα κινέζικα φαγητά - τις χελώνες και μερικά άλλα. Δεν μπορείς, όμως, να αρνηθείς ότι το μαγείρευμα είναι για τους Κινέζους μια ολόκληρη ιεροτελεστία. Και ακόμη: τα φαγητά σερβίρονται σε μικρά κομματάκια. Και φαίνεται ότι δεν παχαίνουν! Σε όλη τη διάρκεια της παραμονής μας δεν είδαμε ούτε ένα χονδρό Κινέζο ή Κινέζα...» («Το Βήμα», 3.6.1973).
Το μυστικό της εμφάνισης των ντόπιων, εκείνα τα χρόνια τουλάχιστον, δεν βρίσκεται φυσικά στην τέχνη του γουόκ. Οξυδερκέστεροι παρατηρητές, από το Λευτέρη Σταυριανό ώς τη Μαρία Καραβία, παρατήρησαν απλώς ότι το εδεσματολόγιο του μέσου Κινέζου απείχε έτη φωτός από το «κέρας της ασιατικής Αμάλθειας» που προσφερόταν στους επίσημους.
«Στη μακριά πορεία των ομοιόμορφα ντυμένων ανθρώπων που γυρνάνε το βράδυ απ' τη δουλειά τους», παρατηρεί η τελευταία, «έτυχε να δω το κρέας να το κρατούν περασμένο σε μικρά τσιγκέλια σε ποσότητες ελάχιστες -μόλις ένα κομματάκι ψαχνό ή μια λωρίδα πάχος- και να το μεταφέρουν σαν πολύτιμο αγαθό» (σ. 29).
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Λευτέρης Σταυριανός
«Τι είδα στην Κίνα»
(Αθήνα 1976, εκδ. «Κάλβος»).
Αναμφίβολα το πιο ενδιαφέρον από τα οδοιπορικά που υποστηρίζουν τις ριζοσπαστικές τομές της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Μαρία Καραβία
«Λαϊκή Κίνα. Εικονογραφημένο οδοιπορικό»
(Αθήνα 2002, εκδ. «Αγρα»).
Η πρώτη επίσκεψη ελληνικής δημοσιογραφικής ομάδας στην Κίνα το 1978, όπως την κατέγραψε η απεσταλμένη της «Καθημερινής». Βλέμμα διεισδυτικό, χωρίς ωραιοποιήσεις ή αρνητικά στερεότυπα.
«Regards froids sur la Chine»
(Παρίσι 1976, εκδ. «Seuil»).
Συλλογή κειμένων για τη σύγχρονη Κίνα και την εικόνα της στη Δύση, έντονα κριτική προς τις φιλομαοϊκές μυθοποιήσεις της εποχής. Περιλαμβάνεται μια κινεζική οδηγία για τη μεταχείριση των φιλοξενούμενων ξένων (1972), αλλά και οι παρατηρήσεις του σινολόγου Κλοντ Ομπέρ για το πώς μπορούν να αξιοποιηθούν ερευνητικά οι οργανωμένες επισκέψεις σε συγκεκριμένες κομμούνες.
Simon Leys
«Ombres chinoises»
(Παρίσι 1974, εκδ. «UGE»).
Στρατευμένη αντιμαοϊκή πραγματεία ενός βέλγου σινολόγου και διπλωματικού υπαλλήλου, με ενδιαφέρουσες ωστόσο παρατηρήσεις για το μηχανισμό των οργανωμένων περιηγήσεων στην Κίνα της εποχής.
Νίνα-Μαρία Πασχαλίδου
«Hot Dog. Ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου στο πιάτο»
(«BHMAgazino» 9.7.2006).
Εμπεριστατωμένο επιτόπιο ρεπορτάζ για τη λιγότερο γνωστή πτυχή της αυθεντικά κινέζικης κουζίνας.
ΔΕΙΤΕ
«Κίνα»
(Chung Kuo) του Μικελάντζελο Αντονιόνι (1972).
Εκπληκτικό τρίωρο ντοκιμαντέρ, η δημόσια προβολή του οποίου καθυστέρησε επί μία δεκαετία λόγω αντιδράσεων της κινεζικής κυβέρνησης.
1 σχόλιο:
Γιώργη Χολιαστού
ΤΑ ΓΓΡΕΜΙΣΜΕΝΑ
Έπιπλα δεν είχε το δωμάτιο
και όσο να πεις
ένα τραπέζι
απαραιτήτως χρειάζονταν'
Δε θα 'τρωγε καλά για λίγες μέρες
το κάπνισμα θα εμετρίαζε
το φως νωρίς θα το 'σβηνε
λίγο από δω-λίγο από κει
θα τα κατάφερνε στο τέλος.
Και όχι πολυτέλειες.
Δεν ήθελε
ξύλο καλό' ούτε μορφήν και στυλ θα εκοιτούσε.
Ένα απλό τραπέζι'
λίγο γυαλιστερό μόνο στην επιφάνεια
και κάπως, όσο γίνονταν
τα πόδια του κομψά
(μπορεί να το 'ντυνε και με χαρτί'
έτσι κι η φθήνεια του θα κρύβονταν
και τακτικός θα έλεγαν πως είναι).
Τώρα θα πεις:
μεγάλη ανάγκη ήταν το τραπέζι;
Ανάγκη όχι, μα είναι κάποια συντροφιά-
ένα δωμάτιο άδειο άσχημα χτυπάει. Πάλι
κάποιος μπορεί ναρχόνταν
και την κατάντια του να δει δε θ' ανεχόνταν.
Και τέλος είναι κάτι όρθιο μέσα σε τόσα γκρεμισμένα.
Δημοσίευση σχολίου